ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Προκειμένου να δοθεί στο έργο καλλιτεχνική εκφραστικότητα, οι συγγραφείς προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν μια ποικιλία από τα πιο συνηθισμένα μεταξύ των οποίων είναι μεταφορές, συγκρίσεις, επιθέματα και υπερβολές. Επί του παρόντος, η υπερβολή χρησιμοποιείται με βάση την αλληλεπίδραση της συναισθηματικής και λογικής σημασίας της ίδιας λέξης.
«Γιατί να λέμε βίαια τα νερά ενός ποταμού κι όχι τις όχθες που τα περιορίζουν;» ΜΠΡΕΧΤ
Τρεις συγγραφείς-σκηνοθέτες (Γιάννης Καλαβριανός, Μαριάννα Κάλμπαρη και Βασίλης Μαυρογεωργίου) μέσα από τη δική τους προσωπικότητα και οπτική, μας παρουσιάζουν τρεις διαφορετικές ιστορίες, τρεις ιστορίες με κοινό παρονομαστή τη ΒΙΑ . Στην όποια της μορφή, τα αποτελέσματα είναι ίδια : φόβος, απομόνωση, άγχος, θλίψη, ανασφάλεια και, δυστυχώς, η λίστα δε σταματά εδώ .
Περίτεχνα σε αυτές τις ιστορίες, με ευαισθησία, σεβασμό και χιούμορ βλέπουμε τη βία σε κάποιες από τις βασικές της μορφές, κάποιες εμφανείς και μερικές καλυμμένες. Παρατηρούμε την ευκολία που το θύμα μπορεί να μετατραπεί σε θήτη. Ιστορίες που οξύνουν το τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη βία.
Υπόθεση
Τα μονόπρακτα (με σειρά παρουσίασης)
«Ο πατέρας μου ήταν ένας πολύ θυμωμένος άνθρωπος»
Κείμενο-Σκηνοθεσία: Μαριάννα Κάλμπαρη
Με την Κατερίνα Λυπηρίδου- Συμμετέχουν Μαριάννα Κάλμπαρη/Μαριλένα Μόσχου
Γύρισα στο πατρικό μου. Το μωρό έκλαιγε όλη μέρα. Και ο πατέρας μου ούρλιαζε. Δε με ένοιαζε τίποτε. Ήθελα μόνο να πεθάνω. Ή μάλλον ήθελα να πεθάνει πρώτα εκείνο και μετά εγώ. Για να πεθάνω ήσυχη. Πόσο κακιά, πόσο αναίσθητη είσαι; σκεφτόμουν. Πόσο τρελή είσαι; έλεγε η μάνα μου. Κατέστρεψες τη ζωή σου. Γιατί; Για μια ιδέα; Για το θέατρο; Αφού στο είπα, δεν κάνεις για ηθοποιός…Και εγώ έκλαιγα.. Και το μωρό έκλαιγε, έκλαιγε με ασταμάτητους λυγμούς. Μέχρι τη μέρα που.
«O άνθρωπος της διπλανής πόρτας»
Κείμενο: Βασίλης Μαυρογεωργίου, Άγγελος Μπούρας
Σκηνοθεσία: Βασίλης Μαυρογεωργίου
Με τον Άγγελο Μπούρα
Δεν σου κάνει εντύπωση όταν σε προσπερνάει στο δρόμο. Δεν τον παρατηρείς όταν κάθεται δίπλα σου στο λεωφορείο. Είναι ένας τυπικός, συνεπής, εργατικός άνθρωπος. Δεν έχει δώσει ποτέ δικαίωμα. Μόνο τα καλύτερα έχουν να πουν γι’ αυτόν συνάδελφοι και γείτονες. Πάντα με 5 αστέρια τον αξιολογούν οι πελάτες του. Είναι ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας. «Παρακαλώ πολύ κλείστε την πόρτα όσο διαβάζετε τα χαρτιά θα περιμένω απ’ έξω…πολλά συμβαίνουν στις μέρες μας».
«Πρώτη φορά συναντούσα άνθρωπο που μιλούσε σαν τρένο»
Κείμενο-Σκηνοθεσία: Γιάννη Καλαβριανού
Με τη Δέσποινα Γιαννοπούλου
Βασικό συστατικό της ζωής σε οργανωμένες κοινότητες είναι η εμπιστοσύνη πως ο καθένας κάνει σωστά τη δουλειά του. Μπαίνουμε σε κτίρια, ταξιδεύουμε, τρώμε, νοσηλευόμαστε, γιατί έχουμε ατύπως συμφωνήσει πως κάποιοι έχουν κατασκευάσει, οργανώσει και ελέγξει όλα όσα εμείς θα χρησιμοποιήσουμε. Η άρση αυτής της εμπιστοσύνης, έχει ανεξέλεγκτες συνέπειες. Μια γυναίκα, μητέρα ενός από τα θύματα των Τεμπών, λαμβάνει λογαριασμό νερού ύψους 2.750 ευρώ. Και πάει στην ΕΥΔΑΠ να δει τι μπορεί να έχει συμβεί. Και συναντάει έναν άνθρωπο που μιλούσε σαν τρένο. Και μία αφίσα με μια Καρυάτιδα. Μία ημέρα που ένιωθε αρκετά ζωντανή.
Η σπονδυλωτή παράσταση «Υπερβολές!» αποτελεί το τρίτο και τελευταίο μέρος του τριπτύχου πρωτότυπων νεοελληνικών κειμένων υπό τη θεματική «Βία παντού», που δημιούργησε και παρουσίασε το Θέατρο Τέχνης κατά την διετία 2021-23 με την υποστήριξη επιχορήγησης του ΥΠΠΟΑ. Οι δύο προηγούμενες παραγωγές της «Βίας παντού» ήταν το «Cry» σε κείμενο-σκηνοθεσία Λένας Κιτσοπούλου και το «Μοτέλ» σε κείμενο-σκηνοθεσία Βασίλη Μαυρογεωργίου.
Ανάγνωση
Με αφορμή τρεις μορφές βίας που εξελίσσονται στη δράση της παράστασης και σηματοδοτούν την απαρχή, ας υποθέσουμε, μιας αλυσίδας μορφών βίας, θα αναζητήσω τις αιτιάσεις στην αστική βία, η οποία είναι ένα σύνθετο κοινωνικό φαινόμενο που έχει να κάνει με τη βία και την πόλη. Μια πόλη, η οποία αναδύεται και εξαφανίζεται σε ακανόνιστους κύκλους στις διάφορες ηπείρους, με διαφορετική κάθε φορά σημασία και ρόλο, μέσα σε διαφορετικά καθεστώτα. Παράγοντες διάφοροι (πόλεμος, καιρικό ακραίο φαινόμενο, θρησκευτικός και πολιτικός ριζοσπαστισμός, εθελουσία αποχή κατοίκων από την εξέλιξη) καθορίζουν και την πορεία του άστεως στο πέρασμα των χρόνων.
Όμως, η αστική βία περικλείει πάμπολλες μορφές βίας. Από μια απλή φιλονικία, μέχρι την κακοποίηση ενός έμβιου όντος σε ένα άλλο, έως θανάτου.
Ως βία, γενικά, νοείται η πράξη της επιθετικότητας και της κατάχρησης με σκοπό να προκαλέσει τον τραυματισμό ή άλλη πάθηση σε πρόσωπα, σε ζώα. Διακρίνεται στη «φυσική βία» και στην «ανθρώπινη βία». Ως ανθρώπινη βία ορίζεται η κάθε λογής επιθετική συμπεριφορά του ανθρώπου, φυσική ή λεκτική σε έναν άλλον άνθρωπο, ζώο, αντικείμενο είτε ακόμη και στον ίδιο του τον εαυτό.
Άλλες μορφές βίας είναι η συμβολική βία (η επιβολή των κατηγοριών της σκέψης και την αντίληψης που κυριαρχείται από τους κοινωνικούς φορείς), η βία που καλύπτει μια κατάσταση μόνιμης κυριαρχίας. Ακόμη, η ενδοοικογενειακή βία, εκεί όπου εμφανίζονται ακραία φαινόμενα αυθαιρεσίας και αυταρχισμού μέσα στην οικογένεια, η σεξουαλική βία, η ομοφοβική, η ρατσιστική, η έμφυλη βία.
Η παράσταση
Σπονδυλωτή παράσταση με θέμα τη βία σε κάποιες επιλεγμένες μορφές, από τις πάμπολλες που «γεννά» ο άνθρωπος για τον άνθρωπο.
Στόχος της η πρόσληψη. Αυτή που εξαφανίζει τα «σύνορα» μεταξύ σκηνής και πλατείας, αυτή που καθορίζει όλο το θεατρικό εγχείρημα. Επομένως, η συλλογική δουλειά στη σκηνοθεσία της ενιαίας θεματικής αυτών των τριών μονολόγων – με στοιχεία στοχασμού – είναι να επηρεάσει τη συνείδηση του θεατή και να αντηχεί μέσα του το «δια ταύτα» όταν πέσει η αυλαία.
Τελικά, η τέχνη του θέατρου ωθεί το κοινό σε μια σειρά συμβολικών πράξεων -αντιδράσεων, προκαλεί έναν εσωτερικό διάλογο μαζί του, χάρη στην αλληλεπίδραση των σκηνοθετικών στρατηγικών και, σαφώς, με την προοδευτική ανακάλυψη από μέρους του, των κανόνων του «παιχνιδιού».
Η δυνατή και επίκαιρη αρχή του «Πολύ θυμωμένου ανθρώπου, μας εισάγει σε μια γνώριμη κατάσταση για τους καλλιτέχνες, πιθανώς να τη χαρακτηρίζουν μερικοί και παθογένεια που μαστίζει τον χώρο, αυτή της οντισιόν. Η γυναίκα «ιεροεξεταστής» στρατηγικά τοποθετημένη σε μια «ανώτερη» θέση ισχύος, κατευθύνει την εξαιρετική Κατερίνα Λυπηρίδου στη σκληρή και αναγκαία διαδικασία της ακρόασης. Η ηθοποιός καταφθάνει φέρελπις στη σκηνή και σταδιακά φέρνει όλο και περισσότερο στην επιφάνεια τα προσωπικά τραύματά της, καθώς και το βίωμα των νέων που προσπαθούν να επιβιώσουν στον καλλιτεχνικό χώρο.
Η απαίτηση για έναν αυτοσχεδιασμό είναι συχνά οδυνηρή, πόσο μάλλον όταν περιλαμβάνει την προσωπική εμπλοκή με το θέμα. Το ζήτημα «metoo» και όλη η συζήτηση που έχει ανοίξει σχετικά και τείνει να ξεχαστεί, επανήλθε με γλαφυρά σχόλια αλλά και εύστοχες συνδέσεις στο κείμενο. Η ηρωίδα, που είχε περάσει από το στάδιο της οικογενειακής κακοποίησης, μπαίνει σ’ έναν χώρο με εξίσου κακοποιητικές συμπεριφορές, όμως δεν παύει να είναι μια ιδανική κατάσταση για την προσωπική της έκφραση.
Το κείμενο της κ. Κάλμπαρη είναι το πιο ολοκληρωμένο θεατρικά από τα τρία μονόπρακτα, εμπεριέχει ποίκιλες μορφές βίας, υπαινίσσεται και την ενδοοικογενειακή, φέρνει στο προσκήνιο το πολυσυζητημένο θέμα «Πισπιρίγκου», επειδή εξακολουθεί να είναι θολό και ως προς το εσωτερικό του και ως προς την έκβασή του. Άλλωστε, κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς διαμείφθηκαν στο οικογενειακό της περιβάλλον στην εποχή της οικογενειακής της απαρτίας, όπως και στην παράσταση μένει ανοικτό το ζήτημα της ψυχολογικής κατάστασης της ηρωίδας. Μου άρεσε που δεν υπάρχει τελεία, που αφήνεται στον θεατή η ευκαιρία να βγάλει συμπεράσματα. Έξοχη η ερμηνεία της Κατερίνας Λυπηρίδου και πολύ σοφά, τοποθετήθηκε πρώτο στη σειρά παρουσίασης των τριών κειμένων.
Ακολουθεί «Ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας» με τον ηθοποιό και συγγραφέα Άγγελο Μπούρα. Ο Βίκτωρας είναι ο άνθρωπος που όλοι έχουμε συναντήσει και προσπεράσει κι ύστερα έχουμε αναφωνήσει «έπεσα από τα σύννεφα, είναι τόσο ήρεμος άνθρωπος». Σε κείμενο του ιδίου και του Β. Μαυρογεωργίου, που είναι και ο σκηνοθέτης του μονόπρακτου, μας δίνεται ένα σύντομο ψυχογράφημα. Παρακολουθούμε έναν ιδιωτικό υπάλληλο, τυπικό στα καθήκοντά του, που αρχίζει να βυθίζεται σε ατραπούς αποκλίνουσας συμπεριφοράς.
Ο Βίκτωρας, χρησιμοποιώντας τα social media και άλλες εφαρμογές που έχει διάθεσή του, παρακολουθεί και ακολουθεί μία νεαρή κοπέλα, την Αγγελική Βίκου. Σταδιακά εισβάλει εκουσίως στη ζωή της. Την ίδια στιγμή συνειδητοποιούμε ότι και ο ήρωας, λόγω της εμφάνισης και της συστολής που τον διακρίνουν, δέχεται ένα είδος κοινωνικής απαξίωσης και είναι αναγκασμένος να ζει ολομόναχος στο περιθώριο. Έτσι, δημιουργεί με την φαντασία του ένα επιτυχημένο πλαστό, διαδικτυακό, alter ego και αρχίζει να βιώνει ψευδαισθήσεις, μέσα από αυτό.
Στο κείμενο αναφέρεται ότι ο ήρωας είναι άνθρωπος της διπλανής πόρτας. Στην παράσταση ο ηθοποιός Άγγελος Μπούρας ερμηνεύει έναν άνθρωπό, καθόλου της διπλανής πόρτας. Έναν υστερικό, απολύτως νευρωτικό και υπερκινητικό τύπο, ο οποίος προσπαθεί με απίστευτη ταχύτητα, αταίριαστη στο θέμα του, να ξοδέψει τις προτάσεις που και ο ίδιος έγραψε. Δυστυχώς, οι φράσεις βγαίνουν μαζεμένες, κολλημένες η μια με την άλλη, σχεδόν χωρίς ανάσα, αλλά το περίεργο είναι ότι αρκετοί θεατές γελάνε. Επομένως, αρέσει.
Τέλος, «Ο άνθρωπος που μιλάει σαν τρένο», με αφορμή την υπόθεση των Τεμπών και την γενική εκκωφαντικά σιωπηρή απάθειά μας, είναι εξαιρετική επιλογή για να ολοκληρωθεί το κρεσέντο της βίας. Ο Γιάννης Καλαβριανός επέλεξε να ασχοληθεί με μια κατάσταση, ακόμα νωπή και παρούσα για πολλούς, και τη διεκπεραιώνει με τον προσήκοντα σεβασμό στα θύματα, αλλά και στις οικογένειές τους.
Το κείμενο μπλέκει με χιούμορ τα σοβαρά θέματα που είναι ανθρώπινα και διαχρονικά. Η βία που έχουμε αποδεχτεί, η βία που έχει γίνει συνήθεια, έχει μπει σε νούμερα και έχει χάσει την ανθρώπινη διάστασή της, είναι η βία που πιστοποιεί την αποκτήνωσή μας.
Η Δέσποινα Γιαννοπούλου, περνώντας από την αποκρουστική αδιαφορία των δημόσιων υπαλλήλων, την άσκοπη γραφειοκρατία, αυτή που κάνει τα εύκολα δύσκολα και από τη γενική ολιγωρία της χώρας στα σημαντικά και επείγοντα, φτάνει σε ένα βαθύ και διαμπερές ανίατο τραύμα, που πονάει. Ταυτόχρονα, στιγματίζει τις χρόνιες παθογένειες που μας συντροφεύουν καθημερινά, αφού έχουν ριζώσει στην ιδιοσυγκρασία μας.
Η ερμηνεία της ηθοποιού είναι μια απολαυστική stand – up comedy, υποθέτω κατά σκηνοθετική οδηγία και αποδίδει καρπούς, επειδή το κοινό γελάει αβίαστα.
Τα σκηνικά της Χριστίνας Κάλμπαρη, πολύ περιορισμένα από αυτά των παραστάσεων στο «Θέατρο Τέχνης» στην Αθήνα, ίσα- ίσα να εξυπηρετούν τη δράση. Άλλωστε, παράσταση μπορεί να ανεβεί και σε εντελώς άδεια σκηνή. Αρκούν ο λόγος και η υπόκριση.
Επίλογος
Τα αίτια της βίαιης συμπεριφοράς των ανθρώπων είναι θέματα της έρευνας στους τομείς της ψυχολογίας, της εγκληματολογίας καθώς και της κοινωνιολογίας και ειδικότερα ως προς το εάν η βία είναι έμφυτη ή όχι στον άνθρωπο.
Το κατά πόσο υπάρχει εν τέλει «γονίδιο» που ευνοεί τη βίαιη συμπεριφορά, από τους προγονούς μας ή εάν πρόκειται για ένα ζήτημα αποκλειστικά κοινωνικών συνθηκών και περιβάλλοντος ή αν εν τέλει ισχύουν και τα δύο δεν έχει ιδιαίτερα μεγάλη σημασία.
Το σημαντικό στην όλη υπόθεση είναι η ίδια η βία η οποία υπάρχει από τις πρώτες κοινωνίες των ανθρώπων. Ας μη λησμονούμε την ιστορία της Παλαιάς Διαθήκης όπου ο Κάιν σκοτώνει τον ίδιο του τον αδερφό τον Άβελ ή τον αρχαιοελληνικό μύθο κατά τον οποίο ο πατέρας Κρόνος καταπίνει τα ίδια του τα παιδιά .Ακόμη και στη μυθολογία των Σκανδιναβών ο Όντιν θυσιάζει το ένα του μάτι για να κερδίσει την μεγάλη του σοφία.
Παραδείγματα βίας, επομένως, υπάρχουν σε όλες τις μυθολογίες του κόσμου, τα οποία καταδεικνύουν ακριβώς αυτό, ότι δηλαδή η βία είναι αναπόσπαστο κομμάτι στην ζωή του ανθρώπου, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, ώστε την εντάσσει και στους μύθους, τους οποίους δημιουργεί για να εξηγήσει τον κόσμο γύρω του.
Συντελεστές:
Κείμενα-Σκηνοθεσία (με σειρά παρουσίασης): Μαριάννα Κάλμπαρη, Βασίλης Μαυρογεωργίου, Γιάννης Καλαβριανός
Σκηνικά-κοστούμια: Χριστίνα Κάλμπαρη
Μουσική επιμέλεια: Νέστωρ Κοψιδάς
Σχεδιασμός φωτισμού: Στέλλα Κάλτσου
Βοηθός στο σχεδιασμό φωτισμού: Στέβη Κουτσοθανάση
Συν. σκηνοθέτη (Μαριάννας Κάλμπαρη): Μαριλένα Μόσχου
Βοηθός σκηνοθέτη (Βασίλη Μαυρογεωργίου): Στάθης Γεωργαντζής
Οργάνωση παραγωγής: Αλεξάνδρα Χάμπαση
Φωτογραφίες: Ελευθερία Νικολαΐδου
Πρωταγωνιστούν (με σειρά εμφάνισης):
Κατερίνα Λυπηρίδου, Άγγελος Μπούρας, Δέσποινα Γιαννοπούλου
Η παράσταση περιοδεύει στα μεγάλα αστικά κέντρα!
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ