Σάββατο, 23 Νοεμβρίου, 2024
Σάββατο, 23 Νοεμβρίου, 2024

«Ο Επιθεωρητής» του Νικολάι Γκόγκολ στο Βασιλικό Θέατρο από το Κ.Θ.Β.Ε.

Ημέρα:

spot_img
spot_img

ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ

Πρόλογος

Το κλασικό αριστούργημα του κορυφαίου Ρώσου δραματουργού Νικολάι Γκόγκολ, που πρωτοπαίχτηκε στην Αγία Πετρούπολη το 1836, είναι στην ουσία μια πολιτική, αττική κωμωδία του Βορρά, όπου η ιδιωτική ίντριγκα του Μένανδρου σμίγει με τη δημόσια κριτική του Αριστοφάνη. Το έργο παρουσιάζει έναν κόσμο, στον οποίο κανείς δεν είναι απαλλαγμένος από το σπίλωμα του αδηφάγου συμφέροντος, ούτε κανένας από τους κατοίκους στη σκηνική παραστατικότητά του είναι αρκετά έξυπνος, ώστε να κρύψει τη διαφθορά του ή να αντιληφθεί το ηθικό κενό της ύπαρξής του.

Στην καλοδουλεμένη αυτή πολιτική σάτιρα στηλιτεύεται η διαφθορά του λαού από την Εξουσία και φαίνεται πως, όσο μεγαλώνει η κρατική απολυταρχία, τόσο μικραίνει η συνείδηση του ανθρώπου.

Μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι σε ένα μικρό έργο, ο Νικολάι Βασίλιεβιτς Γκόγκολ καταφέρνει να δείξει έξοχα όλους τους τομείς της κοινωνίας: τους ανθρώπους, τους εμπόρους, τη γραφειοκρατία. Ο «Επιθεωρητής» αντικατοπτρίζει τους κύριους τομείς της ζωής: εμπορικό, κοινωνικό, πνευματικό.

Στο Κ. Θ.Β.Ε. ανέβηκε για πρώτη φορά τον Ιανουάριο του 1964.

Υπόθεση

«Ο Επιθεωρητής» ολοκληρώθηκε από τον Νικολάι Γκόγκολ σε διάστημα δύο μηνών, από τον Οκτώβριο μέχρι το Δεκέμβριο του 1835. Η υπόθεση τού έργου εκτυλίσσεται σε μια επαρχιακή πόλη της Ρωσίας, όπου οι κρατικοί υπάλληλοι -από τον επικεφαλής τους, τον Έπαρχο, ως τον τελευταίο στην ιεραρχική κλίμακα- συμπεριφέρονται ως δυνάστες του λαού, με κύρια και ουσιαστική τους ασχολία τις απάτες, τους εκβιασμούς και τον εκφοβισμό των απλών ανθρώπων που ζουν εδώ.

Όμως, αυτή η ιδεατή κατάσταση για τους ανθρώπους του κρατικού μηχανισμού διαταράσσεται ξαφνικά, από την είδηση ότι επίκειται η άφιξη ενός υψηλόβαθμου Επιθεωρητή, ο οποίος έχει σκοπό να ελέγξει τον τρόπο με τον οποίο ασκούν τα καθήκοντά τους και να επιβάλει κυρώσεις σε εκείνους που δεν τα ασκούν όπως πρέπει. Επίσης, προκειμένου να μπορέσει να κάνει καλύτερα τη δουλειά του, έρχεται ινκόγκνιτο.

Και ενώ οι φήμες οργιάζουν, ένας ξένος, με ύφος αρκετά αυστηρό και με ανάλογους τρόπους, φθάνει στο πανδοχείο της πόλης. Όλοι υποπτεύονται πως είναι ο Επιθεωρητής, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για τον κατώτερο υπάλληλο ενός υπουργείου, με το όνομα Χλεστιακόβ, που επιστρέφει από την άδειά του απένταρος, καθώς έχει χάσει όλα του τα λεφτά στα χαρτιά και δεν είναι σε θέση να πληρώσει ούτε για τη διαμονή του στο πανδοχείο.

Ο Έπαρχος τον καλεί σπίτι του για να εξασφαλίσει την εύνοια του κυρίου Επιθεωρητή. Ο τελευταίος, δηλαδή ο ασήμαντος Χλεστιακόβ, εκμεταλλευόμενος την κατάσταση, τρομοκρατεί τους πάντες και ερωτοτροπεί με τη γυναίκα και την κόρη του Έπαρχου. Όμως, ακόμη και όταν ο Χλεστιακόφ φεύγει, ένας νέος κύκλος βασάνων ανοίγει για τους κρατικούς υπαλλήλους αυτής της πόλης, καθώς, αυτή τη φορά, καταφθάνει ο πραγματικός Επιθεωρητής.

Ανάγνωση

Πρόκειται για μια ανελέητη καταγγελία εναντίον της διαφθοράς και της διαπλοκής. Το καυστικό χιούμορ και οι ακραίες κωμικές καταστάσεις ξεδιπλώνουν ολοζώντανα μπροστά στα μάτια των θεατών την ασυδοσία της εξουσίας- πολιτικής, δικαστικής, διοικητικής, συνδικαλιστικής, Τύπου-και των μηχανισμών της, με την καθοριστική συμμετοχή των πολιτών- όλων των τάξεων και επαγγελμάτων-σ’ αυτό το αίσχος πολιτικής και κοινωνικής σήψης, μέσω «εξαγοράς» της αξιοπρέπειας και της συνειδήσεώς τους, προκειμένου να εξασφαλίσουν χρήμα και «κοινωνική καταξίωση».

Ένα απίστευτο γαϊτανάκι γυρίζει, φτιαγμένο από γραφειοκρατία, μίζες, ρουσφέτια, διορισμούς, εκβιασμούς, απάτες, συκοφαντίες, προδοσίες, κολακείες, δωροδοκίες. Όλα στον βωμό του κέρδους και της ανθρώπινης απληστίας!

Η ανηθικότητα διαπερνά όλη την κοινωνική πυραμίδα, από κάτω προς τα πάνω και από πάνω προς τα κάτω, συντηρώντας έτσι έναν γενικευμένο χυδαίο φαύλο κύκλο κοινωνικής αποσάθρωσης!

Θα έλεγα πως «Ο Επιθεωρητής» είναι η κωμική εκδοχή των Παθών, είναι τα Πάθη ιδωμένα μέσα από το σπίτι των αρχιερέων Άννα και Καϊάφα. Αν δεν είναι αυτό, τότε πρόκειται απλώς για μια χαριτωμένη πομφόλυγα. Ή, ακόμα χειρότερα, για ένα έργο εντελώς αντιδραστικό!

Ας μείνουμε στην πλοκή. Μια φούχτα τοπικών αρχόντων χωμένων στην διαπλοκή ως τον λαιμό, τρομοκρατούνται στην ιδέα πως η κεντρική εξουσία στέλνει έναν Γενικό Επιθεωρητή. Παρασυρμένοι από τον τρόμο τους νομίζουν πως ένα παιδαρέλι από την Πετρούπολη, που έχει φάει τα λεφτά του στα χαρτιά κι αδυνατεί να πληρώσει το ξενοδοχείο, είναι ο Επιθεωρητής. Τον λαδώνουν ασυστόλως, ο παμπόνηρος νεαρός τα παίρνει, χωρίς να καταλαβαίνει καν γιατί του τα χαρίζουν, και φεύγει.

Αυτή είναι όμως η παγίδα που στήνει ο Γκόγκολ, η δραματουργική παγίδα. Ο Επιθεωρητής συνιστά μια απόλυτη τομή στην ιστορία της κωμωδίας. Ο Γκόγκολ παίρνει όλα τα δομικά στοιχεία της παραδοσιακής φάρσας και της λαϊκής κωμωδίας (αυτής που ξεκινάει με τον Μένανδρο, κορυφώνεται με τον Μολιέρο, αναζητά νέες φόρμες με τον Μαριβώ και τον Μπωμαρσαί και παγιώνεται στη γαλλική φαρσοκωμωδία του 19ου αιώνα) και διαπράττει την απόλυτη τομή.

«Ο Επιθεωρητής» μοιάζει «τυπική φάρσα», αφού τα πάντα πλέκονται γύρω από το παραδοσιακό στοιχείο της λάθος ταυτότητας, κι αυτή είναι η δραματουργική του παγίδα. Γιατί όχι μόνο δεν είναι φάρσα, είναι ο «πατέρας» της κωμωδίας του παράλογου που θα εμφανιστεί με τον «Βασιλιά Υμπύ» του Ζαρρύ και θα φτάσει στο απόγειό της με την κωμωδία του βωβού κινηματογράφου και με το θέατρο του παράλογου.

Αλλά σ’ αυτή τη συγκλονιστική καινοτομία του Γκόγκολ, βρίσκεται και η παγίδα που μας στήνει ο Επιθεωρητής: γιατί αν ο σκηνοθέτης δε δει την ανατροπή, τότε μπορεί να πέσει μέσα της και να στήσει μια φαρσοκωμωδία, με πατέντα δύο αιώνων, σαν μια ρωσική εκδοχή του «Φιάκα» του Δημοσθένη Μισιτζή ή σαν σκέτη φαρσοκωμωδία, κάτι σαν Φεντώ ή Ψαθάς, με πιο πνευματώδη αστεία.

Το θέμα του έργου δεν είναι οι κακοί ή λιγότερο κακοί κρατικοί λειτουργοί, ο κακός ή λιγότερο κακός Τσάρος, οι αυτοί που τα παίρνουν κι αυτοί που τα δίνουν. Γι’ αυτό, όπως έλεγε ο Γκόγκολ, οι «κακοί» του έργου δεν είναι τέρατα. Τα πρόσωπα του έργου είναι οι συνήθεις παραβατικοί άνθρωποι που συναντώνται σε κάθε κοινωνία. Κι αυτό δεν θα αλλάξει ούτε με τον σοσιαλισμό ούτε με τον επί Γης Παράδεισο.

Το θέμα του έργου είναι ο «κατά λάθος Επιθεωρητής», αυτό το εικοσιτριάχρονο απολειφάδι που θα ήθελε να έχει γράψει τους «Γάμους του Φίγκαρο» και, μάλιστα, ο αποτυχημένος νεαρός, ο γελοίος, ο ακόμα εν τη γενέσει του, ο σχεδόν έφηβος, άγαρμπος και ασχημάτιστος «ποιητής».

Ο Γκόγκολ ήταν είκοσι πέντε χρονών όταν έγραψε τον Επιθεωρητή κι αμέσως όλοι άρχισαν να φωνάζουν: «Να ο Επιθεωρητής, να ο κριτής της κοινωνικής μας πραγματικότητας!», ενώ ο ίδιος το μόνο που ήθελε ήταν να πουν: «Να ο ποιητής των Γάμων του Φίγκαρο!».

Γι’ αυτό και γινόταν έξαλλος όταν έπαιζαν τον Χλεστιακόφ, τον κατά λάθος Επιθεωρητή, ως γοητευτικό απατεώνα που λέει συνειδητά ψέματα για να τους φάει τα λεφτά, να αποπλανήσει τις κυρίες και να δραπετεύσει. Λέει ψέματα γιατί είναι ένας άχαρος έφηβος και ονειρεύεται πράγματα που δεν θα του συμβούν ποτέ, γιατί σε τελευταία ανάλυση είναι ανίκανος να μπει στο παιχνίδι της διαπλοκής και της αποπλάνησης. Ο Χλεστιακόφ του Γκόγκολ είναι η κωμική εκδοχή του πρίγκιπα Μίσκιν στον «Ηλίθιο» του Ντοστογιέφσκι.

Η παράσταση

Έναρξη φαντασμαγορική με όλον τον θίασο στη σκηνή, η οποία μοιάζει οθόνη τρισδιάστατου θεάματος. Πρώτο σκηνοθετικό εύρημα, εφόσον στο βάθος στήθηκε το σαλόνι του Έπαρχου και, μάλιστα, φέρει αυλαία και στο προσκήνιο είναι ο χώρος που μετατρέπεται σε δρόμο, σε πανδοχείο, σε ό,τι επιτάσσει η κάθε πράξη.

Το έργο χωρίζεται σε πέντε πράξεις, οι οποίες διαδραματίζονται στο σπίτι του Έπαρχου. Τόπος -Χρόνος: Μια επαρχιακή πόλη της Ρωσίας στον 19ο αιώνα.

Ο «Επιθεωρητής» στη σκηνή του «Βασιλικού Θέατρου», έτσι όπως διασκευάστηκε και σκηνοθετήθηκε από τον έμπειρο Γιάννη Κακλέα, παρουσιάζει έναν κόσμο, όπου κανείς δεν είναι απαλλαγμένος από το κυνήγι του συμφέροντος.

Η διαφθορά, η δωροδοκία, η απύθμενη ματαιοδοξία, η σεξουαλική αρπακτικότητα και η ασυδοσία προς όλους, εκτός από αυτούς που είναι πιο ισχυροί, είναι οι τρόποι της ανθρώπινης φύσης στο λασπωμένο μικρό τέλμα, όπου διαδραματίζεται το έργο του Γκόγκολ στην παρωχημένη μεν, εύληπτη δε μετάφρασή του Ερρίκου Μπελιέ.

Ορισμένες σκηνοθεσίες, ιδιαίτερα εκείνες που εμπνέονται από μια μπρεχτικού τύπου δραματουργική ανάλυση, όπως συμβαίνει εδώ, θέλουν να δείξουν ότι το δραματικό κείμενο δίνει φανταστικές λύσεις σε πραγματικές ιδεολογικές αντιφάσεις της εποχής, στην οποία τοποθετείται η μυθοπλασία. Αναλαμβάνει, λοιπόν, ο σκηνοθέτης να αναδείξει εικονικά και παραστατικά την ενυπάρχουσα στο κείμενο αντίφαση. Ωστόσο, οι σκηνικές οδηγίες δίνουν μεν συγκεκριμένες κατευθύνσεις για τη σκηνική πραγματοποίηση, αλλά η σκηνοθεσία δεν είναι υποχρεωμένη να τις ακολουθήσει κατά γράμμα.

Οπότε, ο ευφυής Γιάννης Κακλέας, δοκιμασμένος με επιτυχία σε πολυπρόσωπα, απαιτητικά έργα, κρατά την εποχή, η οποία παρέρχεται σταδιακά, αποδομείται ο περίγυρος, εμφανίζεται το καινούργιο κι ο θεατής αναγνωρίζει τη μετάβαση από το χθες στο σήμερα στη μορφή του Επιθεωρητή και του συνοδού του, στην παρουσία ενός αυτοκινήτου και στη συνθήκη του θεάτρου μέσα στο θέατρο. Ακόμα και η μεγάλη σκάλα στο σκηνικό σηματοδοτεί τη συνέχεια, την εξέλιξη, το μπροστά!

Αν ανατρέξουμε στους στίχους του τραγουδιού «Το Πάρτι» θα δούμε ότι ο Λουκιανός Κηλαηδόνης χώρεσε σ’ ένα μπουκάλι ρούμι πολύ κόσμο του πνεύματος και των τεχνών. Γιατί όχι και ο Γιάννης Κακλέας να μην ανακατέψει σ’ ένα μπουκάλι βότκα τον Μπομ Φόσι του «Καμπαρέ» την ιταλική ταραντέλα, τα αμερικάνικα κάντρυ λαϊκά βήματα στις φιέστες των Νοτιαμερικανών γαιοκτημόνων, όλες τις μούτες των αριστοφανικών ηρώων, μέχρι τα ακκίσματα του Τάκη Μηλιάδη, ας πούμε, στις ασπρόμαυρες ελληνικές κωμωδίες στην ερμηνεία του αξεπέραστου Αλέξανδρου Ζουριδάκη. Άλλωστε, σε μια παράσταση όπου πρωτοστατεί η σάτιρα, οι δρόμοι είναι ανοικτοί για κάθε εύρημα. Προσθέτω δε, ότι το κείμενο έχει οικουμενική διάσταση, επειδή η αγυρτεία είναι φαινόμενο πανανθρώπινο ανεξαρτήτως εποχής.

Όλοι οι ηθοποιοί, ανεξαιρέτως, είναι ιδανικές επιλογές για τους ρόλους που κλήθηκαν να ερμηνεύσουν. Υποστηρίζουν την σκηνοθετική προσέγγιση με αριστοτεχνία και με μια τίμια κατάθεση ταλέντου.

Η Φαίη Κοκκινοπούλου υποδύεται με πειθώ την Άννα Αντρέγιεβνα, γυναίκα με κύρος και φιλοδοξίες. Κοινωνική, πονηρή, περίεργη, ανυπόμονη, κουτσομπόλα, φιλάρεσκη. Ανταγωνίστρια της κόρης της στον ερωτικό τομέα. Επιδιώκει μανιωδώς τη δόξα.

Ο Γιώργος Καύκας, συνεπής στις απαιτήσεις του ρόλου του μωροφιλόδοξου Έπαρχου, ερμηνεύει με τον χαρακτηριστικό του τρόπο έναν ιδιοτελή, δολοπλόκο, διεφθαρμένο τύπο, υπό την επίφαση της εξουσίας.

Συναντά τον Επιθεωρητή του Γιάννη Σύριου, ο οποίος έχει δημιουργήσει την περσόνα του Ιβάν Αλεξάντροβιτς μακριά από τον κωμικό χαρακτήρα που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στον Επιθεωρητή. Ο δικός του Επιθεωρητής είναι ένας σκοτεινός Ντοστογιεφσκικός ήρωας, ένας μηδενιστής και ηδονιστής, αλλά μη συνειδητός απατεώνας. Πολύ καλός ο νεαρός ηθοποιός σε όλες τις διακυμάνσεις του ρόλου του.

Ο Χρήστος Τσάβος είναι ο πιστός ακόλουθος του Χλεστιακόφ που κρατά την κριτική στάση απέναντί του κι ας τον δέρνει η πείνα.

Ο Νικόλας Μαραγκόπουλος κεντάει χαρακτήρες στη σκηνή, έτσι όπως εκείνος ξέρει να κάνει σε κάθε παράσταση που τον έχω δει. Είτε δείχνει γυμνό το ωραίο του στέρνο είτε όχι.

Η Μαρία Ελευθεριάδη είναι η τροφαντή Αντόνοβα, η κόρη του Έπαρχου, διαβάζει Πούσκιν, υποδύεται σταθερά μια αιχμηρή προάγγελο προβληματικών ηρωίδων του Ντοστογιέφσκι και του Τσέχωφ. Σαφέστατα είναι πιστό αντίγραφο της μάνας της. Βαυκαλίζεται από την παρουσία του υψηλού επισκέπτη.

Ο Δημήτρης Καρτόκης, ο Δικαστής Αμός Φιοντόροβιτς Λιάπκικν, ορθολογιστής για την εποχή μεν, δολοπλόκος δε. Ασχολείται περισσότερο με το κυνήγι, παρά με τις δικαστικές υποθέσεις που λιμνάζουν επί χρόνια.

Ξαναλέω ότι όλοι οι ηθοποιοί στους κύριους και δευτερεύοντες ρόλους, στο πολυπρόσωπο έργο, είναι μια ανεξάντλητη πηγή ενέργειας και θεατρικής ευφυΐας.

Το εξαιρετικής αισθητικής σκηνικό και τα πλούσια κοστούμια της Ηλένιας Δουλαδίρη, μας θυμίζουν πόσο χρήσιμο είναι το κοστούμι και το εικαστικό περιβάλλον στον καθορισμό των χαρακτήρων, του τόπου και του χρόνου της δράσης. Εδώ, στιγματίζουν την κοινωνική ακμή και παρακμή του 19ου αιώνα. Η Ρωσία, άλλωστε, στο εσωτερικό της αυτή την περίοδο έχει τα προβλήματα του τεράστιου, του χαώδους κράτους και, παρότι κάνει όχι μικρά και όχι χωρίς σύστημα βήματα εκσυγχρονισμού, δεν καταφέρνει να φτάσει στον πραγματικό πυρήνα των εξελίξεων, να μυηθεί, να εισαγάγει και να γίνει δικός της ο εκσυγχρονισμός, να μετάσχει, δηλαδή, του δυτικού κόσμου. Παραμένει μια δύναμη ανατολική. Ωστόσο, ακόμα και σ’ αυτόν τον δυστοπικό χάρτη των ευγενών, που ζουν διάσπαρτα απ’ άκρη σ’ άκρη της Ρωσίας, οι ανθρώπινες αδυναμίες δε γνωρίζουν ούτε πολιτικά καθεστώτα ούτε σύνορα.

Ακριβώς το ίδιο θα πω και για τους φωτισμούς της Στέλλας Κάλτσου, οι οποίοι τονίζουν το μπαρόκ στιλ διακόσμησης του σπιτιού του Έπαρχου.

Όλη η ατμόσφαιρα της παράστασης δημιουργεί έντονα ευφρόσυνα συναισθήματα, ενώ διαχέεται στην αίθουσα η αίσθηση της πολυτέλειας, του κύρους, της υπερβολής και της υπεροχής και, σαφώς, υπαινίσσεται την ασυδοσία, την αμετροέπεια και την έπαρση.

Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου, συνθέτης με πολλές επιτυχίες και στο θέατρο, συνοδεύει τη δράση και στοχοποιεί σημαίνουσες σκηνές στην κατανόηση του έργου.

Η πολλή και καλή δουλειά όλων των συντελεστών της παράστασης περνά στο κοινό, το οποίο την επιβραβεύει με δυνατό χειροκρότημα στο φινάλε.

Επίλογος

Το στοιχείο που διαφοροποιεί το έργο “Ο Επιθεωρητής” από τις κωμωδίες της εποχής του και το καθιστά κλασικό δημιούργημα στο χώρο της κοινωνικής σάτιρας, είναι το ότι οι χαρακτήρες που μας παρουσιάζει εμφανίζονται και παραμένουν ως το τέλος αληθινοί. Επίσης, ξεχωρίζει ο πλούτος της περιγραφής, τόσο της αυταρχικότητας όσο και της δουλοπρέπειας των δημοσίων υπαλλήλων, σ’ ένα απολυταρχικό κράτος.

Ο ίδιος ο Γκόγκολ γράφει χαρακτηριστικά: “Στον Επιθεωρητή μου επιδίωξα να συγκεντρώσω και να σατιρίσω μια για πάντα ό,τι σάπιο υπάρχει στη Ρωσία, όλες τις αδικίες που διαπράττονται, εκεί ακριβώς όπου θα είχαμε την αξίωση να βασιλεύει η απόλυτη δικαιοσύνη”.

“Ο Επιθεωρητής” αποτελεί όχι μονάχα τη λαμπρότερη διακωμώδηση της τσαρικής γραφειοκρατίας, αλλά και της κοινωνικής διαφθοράς σε όποια χώρα και σε όποια ιστορική περίοδο κι αν τη συναντάμε. Για αυτόν το λόγο ο Γκόγκολ δέχθηκε ανελέητες επιθέσεις την επομένη της πρώτης παράστασης του Επιθεωρητή.

 Με αφορμή αυτές τις επιθέσεις γράφει στο φίλο του Στσέπκιν: “Τώρα καταλαβαίνω τι σημαίνει να είσαι κωμωδιογράφος. Την παραμικρή αλήθεια -ακόμη και ίχνος αυτής της αλήθειας- αν πεις, έχεις να αναμετρηθείς όχι μονάχα με άτομα, αλλά με ολόκληρες τάξεις”.

Και από αυτήν την άποψη, “Ο Επιθεωρητής” αποτελεί ένα από τα κλασικότερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας στο χώρο της κοινωνικής σάτιρας.

Συντελεστές

Μετάφραση: Ερρίκος Μπελιές
Σκηνοθεσία – Δραματουργική επεξεργασία: Γιάννης Κακλέας
Σκηνικά: Ηλένια ΔουλαδίρηΓιάννης Κακλέας
Κοστούμια: Ηλένια Δουλαδίρη
Μουσική: Δημήτρης Παπαδημητρίου
Κίνηση: Στεφανία Σωτηροπούλου
Φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου
Βοηθός σκηνοθέτη: Ρέα Σαμαροπούλου
Βοηθοί σκηνογράφου-ενδυματολόγου: Χριστίνα Θαλασσά, Δανάη Πανά
Οργάνωση παραγωγής: Αθανασία Ανδρώνη
β΄ Βοηθός σκηνοθέτη (στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης 2023): Γούναρης Τάσος
Βοηθός φωτιστή (στο πλαίσιο πρακτικής άσκησης 2023): Τσομπάνη Εύα

Διανομή
Μαίρη Ανδρέου (πόρνη, υπάλληλος πανδοχείου, καλεσμένη)
Νεφέλη Ανθοπούλου (πόρνη, δασκάλα πιάνου, γυναίκα του σιδερά, καλεσμένη)
Χαρά Γιώτα (χορεύτρια, καλεσμένη)
Δημήτριος Δανάμπασης (Μίσκα – υπηρέτης του Επάρχου)
Μαρία Ελευθεριάδη (Μαρία Αντόνοβνα – κόρη του Επάρχου)
Αλέξανδρος Ζαφειριάδης (Κρίστιαν Γκύμπνερ – γιατρός Γερμανός)
Αλέξανδρος Ζουριδάκης (Πιότρ Ιβάνοβιτς Ντομπίνσκι- Εισοδηματία)
Στέλιος Καλαϊτζής (Ιβάν Κουσμίτς Σπιόκιν – Διευθυντής του ταχυδρομείου)
Κωστής Καπελλίδης (θαμώνας, υπάλληλος πανδοχείου, καλεσμένος)
Άγγελος Καρανικόλας (θαμώνας, υπάλληλος πανδοχείου, Αστυνομικός, καλεσμένος)
Δημήτρης Καρτόκης (Αμός Φιοντόροβιτς Λιάπκικν – Δικαστής)
Γιώργος Καύκας (Αντόν Αντόνοβιτς- Έπαρχος σε μια επαρχιακή πόλη της Ρωσίας),
Φαίη Κοκκινοπούλου (Άννα Aντρέγιεβνα – Γυναίκα του Έπαρχου)
Νικόλας Μαραγκόπουλος (Αρτέμι Φιλίπποβιτς Ζεμλιάνκα – Επίτροπος Κοινωφελών Ιδρυμάτων),
Χρήστος Μαστρογιαννίδης (Θαμώνας, Πανδοχέας, Αστυνομικός, Καλεσμένος)
Δημήτρης Μορφακίδης (Λούκα Λούκιτς Χλοπόφ- Επόπτης εκπαιδευτικών ιδρυμάτων)
Παναγιώτης Παπαϊωάννου (Πιότρ Ιβάνοβιτς Μπομπίνσκι- Εισοδηματίας)
Στέφανος Πίττας (Θαμώνας, Υπάλληλος πανδοχείου, Αστυνομικός, Καλεσμένος)
Μιχάλης Σιώνας (Ποιητής, Αστυνομικός, Καλεσμένος)
Γιάννης Σύριος (Ιβάν Αλεξάντροβιτς Χλιεστακόφ: «ο επιθεωρητής», Κατώτερος δημόσιος υπάλληλος στην Πετρούπολη)
Θεοφανώ Τζαλαβρά (Τραγουδίστρια, Καλεσμένη)
Χρήστος Τσάβος (Οσίπ- Ο φίλος του Χλιεστακώφ)
Γιάννης Τσιακμάκης (Σβιστούνωφ- Διευθυντής της αστυνομίας)
Μαρία Χατζηιωαννίδου (Πόρνη, Γυναίκα Χλοπόφ, Γριά εμπόρισσα)

ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΘΕΜΑΤΑ

Γιάννης Παναγιωτίδης: Έτοιμοι να κάνουμε πράξη το «Επιμελητήριο για Όλους»

«Οι συνάδελφοι με την ψήφο τους θα δείξουν την...

Δεν έχουμε τελειώσει ακόμη με την ευλογιά των αιγοπροβάτων

«Δεν έχουμε τελειώσει ακόμη με την ευλογιά των αιγοπροβάτων....

Με SMS ή email θα υπενθυμίζεται στους κατόχους πυροβόλων όπλων να ανανεώσουν την άδειά τους

Με σκοπό τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών της Ελληνικής...

Σε κλίμα συγκίνησης το τελευταίο διοικητικό συμβούλιο του Επιμελητηρίου

Μάρκος Δέμπας: Θα είμαι δίπλα στη νέα διοίκηση που...

Καβάλα: Διέρρηξε αυτοκίνητα και έκλεψε χρήματα και κάρτες

Συνελήφθη την 21-11-2024 το πρωί στην Καβάλα, από αστυνομικούς...

Αλέξανδρος Ιωσηφίδης: Πρώτο καθήκον μιας κοινωνίας είναι η Δικαιοσύνη

Τις εργασίες του συνεδρίου των τριών Νομικών σχολών της...

Επετειακή εκδήλωση για την Ημέρα των Ενόπλων Δυνάμεων

Μία πολύ όμορφη μουσική εκδήλωση, με αφορμή την Ημέρα...

Τιμήθηκε η Ημέρα των Ενόπλων Δυνάμεων στην Καβάλα

Ο Δήμαρχος Καβάλας, Θόδωρος Μουριάδης, συνοδευόμενος από τον Πρόεδρο...