Ο Στηβ Γιατζόγλου είναι ενδεχόμενα μια κατηγορία μόνος του! Πηγαίος, original, ατακαδόρος από τους λίγους αλλά και παλικάρι που δεν κάνει πίσω στις προκλήσεις. Ακόμη και στα 66 του σε μια εποχή που άλλοι σκέφτονται την προπονητική σύνταξη ο Στηβ αποφάσισε πέρυσι να γυρίσει στους ελληνικούς πάγκους μετά από οκτώ χρόνια για να προσπαθήσει σώσει την παρτίδα με την Καβάλα.Ο Στηβ ήταν, είναι και θα παραμείνει ένας showman. Σαράντα χρόνια στο… κουρμπέτι ο Στηβ είναι από τα πλέον αγαπητά πρόσωπα στο ελληνικό μπάσκετ. Δεν έχω ακούσει άνθρωπο να λέει κακή κουβέντα για λόγου του. Παρότι δεν χαρίζεται σε κανένα και δεν μασάει τα λόγια του. Και μην ρωτήσει αφελώς κάποιος «καλά όλα αυτά αλλά από μπάσκετ τι κάνουμε;». Ο Στηβ έχει βαθιά γνώση του αντικειμένου, είναι «γάτα» στον πάγκο και ξέρει όσο λίγοι την αμερικάνικη αγορά και μπορεί να ψαρέψει παιχταράδες από τα… σκουπίδια.
Το μπάσκετ, το lifestyle και οι επιτυχίες
Μεγαλωμένος στους δρόμους της Νέας Υόρκης ο Στιβ Γιανγκ, όπως είναι το «αμερικάνικο» όνομα της οικογένειας ήρθε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο πρώτος από την καραβιά των ομογενών που κουβάλησε στον Ολυμπιακό ο Νίκος Γουλανδρής. Και δεν έφυγε ποτέ από τότε συνδέοντας όλη τη ζωή του με τη χώρα των προγόνων του. Ως παίκτης ήταν από τους καλύτερους σουτέρ που πέρασαν από το ελληνικό μπάσκετ. Με ειδικότητα το σουτ από τη γωνία με τη βοήθεια του ταμπλό. Από αυτή τη θέση σπάνια αστοχούσε. Τη δεκαετία του ’70 ήταν ένας αληθινός σταρ την εποχή που ο ελληνικός αθλητισμός δεν διέθετε παρά ελάχιστους από αυτό το είδος. Μπον-βιβέρ, είναι πιθανώς παρέα με τον Τάκη Κορωναίο οι πρώτοι Ελληνες αθλητές που λάνσαραν το άγνωστο life style στην Ελλάδα των 70’s.
Από τον Ολυμπιακό στο Ισραήλ
Την καριέρα του δεν την έκλεισε στον Ολυμπιακό αλλά στον ΠΑΟΚ όπου μετακόμισε εκμεταλλευόμενος τον νόμο που απελευθέρωνε τις μεταγραφές για παίκτες που ήταν άνω των 30 ετών και είχαν πάνω από μια δεκαετία στην ίδια ομάδα. Δεν ήταν η πρώτη του προσπάθεια να παίξει σε άλλη ομάδα. Η πρώτη σχετική ήταν μερικά χρόνια όταν νωρίτερα όταν βρέθηκε στο Ισραήλ! Ο Ολυμπιακός είχε μισοδιαλύσει την ομάδα μπάσκετ αφού δεν υπήρχαν χρήματα και ο Στηβ «ψήθηκε» να πάει στο Τελ Αβίβ για να παίξει με τη Χαποέλ. Συμβόλαια δεν υπήρχαν και όλα γίνονταν δια… λόγου.
«Στην Καβάλα πήγα για να μη σπίτι…»
-Μπασκετικά δεν είσαι κάπου, τουλάχιστον κάπου που να ξέρουμε εμείς;
«Φέτος όχι. Κοίτα, έχω παρελάσει σχεδόν από όλες τις μεγάλες ομάδες στην Ελλάδα. Πλέον σε ομάδες βεληνεκούς όπως η Καβάλα που πήγα πέρσι, προσπαθώ να διορθώσω τα αδιόρθωτα. Δεν είχα και πολλά κέφια να δουλέψω. Θα κοιτάξω την άνοιξη να ξαναφύγω στο εξωτερικό».
-Πέρσι η Καβάλα όταν πήγατε άρχισε να παίζει ωραίο μπάσκετ. Μπορεί να μη σώθηκε. Εσείς όταν πήγατε εκεί πήγατε γιατί είχατε καιρό να ασχοληθείτε ή γιατί πιστέψατε κάτι στην Καβάλα;
«Πήγα γιατί βαρέθηκα να κάθομαι σπίτι. Βαρέθηκα να πηγαίνω γυμναστήριο (γέλια). Την αλήθεια σου λέω. Ήταν σοβαρή ομάδα. Ήταν σοβαρός και ο πρόεδρος. Δεν ήταν μια προβληματική ομάδα λειτουργικά. Η καριέρα μου στην Ελλάδα έχει στιγματιστεί από προβλήματα. Προβλήματα όπως το ότι δεν πληρωνόμασταν ή μας είχαν κόψει το νερό ή την ΔΕΗ. Όταν λοιπόν η Καβάλα δεν είχε τέτοια προβλήματα όλα τα άλλα ήταν πταίσματα».
-Μετά την Καβάλα προέκυψε κάτι; Το οποίο ή να το απορρίψετε ή δεν το συζητήσατε καν;
«Μετά την Καβάλα προσπαθώ να πάω στην Κίνα. Είναι ένα πρωτάθλημα το οποίο εμένα με αντιπροσωπεύει περισσότερο. Είναι αμερικανο-θρεμμένο. Έχει πολλούς καλούς παίκτες. Έχει λεφτά. Πληρώνουν στην ώρα τους. Το πρόβλημα με την Κίνα είναι ότι η χώρα είναι τεράστια. Με αποτέλεσμα κάθε περιοχή να έχει τον Δον Κορλεόνε της. Είναι αχανής. Γιατί και στους Ολυμπιακούς του Πεκίνου χωρίζονταν σε πλούσιους και φτωχούς. Στην Κορέα δεν υπάρχουν φτωχοί. Είναι ένα πιο συμπαγές πρωτάθλημα. Όλες τις ομάδες εκεί τις έχουν εταιρείες. Το θέμα με τις ομάδες εκεί είναι το οικονομικό fair play. Έχεις κάποιο περιορισμό στις μεταγραφές. Γιατί αν δεν έχεις αυτό τον περιορισμό θα κερδίζει μόνο μια ομάδα κάθε χρόνο το πρωτάθλημα. Αυτό δεν γίνεται εδώ. Αυτό δεν είναι πρωτάθλημα. Δεν μπορεί μια ομάδα να κάνει μόνο μια ήττα. Δεν υπάρχει ανταγωνισμός».
Γιώργος Νελόπουλος