ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Αυλαία στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων στο φετινό Φεστιβάλ, σήκωσε η νέα θεατρική πρόταση – μετά το εξαιρετικό: «Οι γριές που μαζεύουν την τσουκνίδα» – του πολυτάλαντου σκηνοθέτη, ηθοποιού, δασκάλου, μουσικού, βαθυγνώστη παραδοσιακής και βυζαντινής μουσικής και χορών, Κωνσταντίνου Ντέλλα, που αφορά στο σπουδαίο έργο του Αισχύλου: «Πέρσες».
Παραγωγή: ΑΜΚΕ Experimenta Art Company
Οι Πέρσες περιμένουν να μάθουν τα νέα
Το προαίσθημα διαδέχεται ο φόβος
Έρχεται η επιβεβαίωση
Ο στρατός χάθηκε
Το άνθος της Ασίας
Τα μάτια των σπιτιών
Τα ονόματα των νεκρών στρατηγών
ένα ατελείωτο μνημόσυνο
Οι υπόλοιποι;
Οι απλοί στρατιώτες;
Σε ποια βράχια χτυπιούνται τα κουφάρια τους;
Ποιος θα τους κλάψει τώρα χωρίς σώμα;
Ποιος θα τους θυμάται;
Και ο Ξέρξης;
Σώθηκε
Ευτυχώς
Πέρσες, Σεπτέμβρης 1951
Οι «Πέρσες» του Αισχύλου ήταν η πρώτη θεατρική παράσταση που ανέβηκε στον Aη Στράτη, τον Σεπτέμβρη του 1951.
Η διεξαγωγή της επιτράπηκε από τη διοίκηση του στρατοπέδου θεωρούμενη εθνικοπατριωτικού περιεχομένου επειδή είχε ανέβει το 1946 στο Εθνικό θέατρο.

Για την αστική τάξη, η ήττα των Περσών τονίζει την νίκη των Ελλήνων απέναντι στους εχθρούς της. Οι εξόριστοι όμως καταφέρνουν να περάσουν το μήνυμα που εκείνοι ήθελαν. Να μιλήσουν για τους ηττημένους, να τονίσουν ότι ο αγώνας συνεχίζεται και να περιγράψουν μια νέα μορφή ηρωισμού.
Τη σκηνοθεσία ανέλαβε ο Τζαβαλάς Καρούσος, σκηνικά και κοστούμια ο Χρίστος Δαγκλής ενώ την κίνηση του Χορού, που αποτελούταν από 18 εξόριστους, επιμελήθηκε ο Γιάννης Ρίτσος. Τον πρώτο κορυφαίο έπαιξε ο Τζαβαλάς Καρούσος και τον δεύτερο ο Γιώργος Γιολάσης. Εξάγγελος ήταν ο Μάνος Κατράκης και Άτοσσα ο Φάνης Καμπάνης (την περίοδο εκείνη δεν υπήρχαν εξόριστες στον Αη Στράτη).
(…)Δουλειά σκληρή και βασανιστική. Κοντεύει η ώρα της παράστασης… Κάποια ανησυχία επικρατεί. Η παράσταση αρχίζει. Απλώθηκε τέλεια σιγαλιά. Η όραση και η ακοή «Πέρασε μια βδομάδα τώρα που δόθηκε η δεύτερη παράσταση των Περσών… Την ανέβασε ο Κατράκης. Οι άνθρωποι που παίζανε, για πρώτη φορά ανεβαίνανε στη σκηνή. Όμως η παράσταση στάθηκε τόσο καλή που ακόμη η ίδια θα μπόραγε να σταθεί και έξω περίφημα.
βρίσκονται στη μεγαλύτερή τους ένταση. Η ανάσα σταματάει και οι καρδιές των ανθρώπων ριγούν από τη συγκίνηση. Οι αθάνατες αλήθειες, ξαναζωντανεμένες, μπαίνουν ίσια στην ψυχή όλων..»
Απόσπασμα από γράμμα του Χρίστου Δαγκλή (29 Σεπτεμβρίου 1951) προς τη Βικτωρία Θεοδώρου, εξόριστη στο Τρίκερι.
Η παράσταση του Αη Στράτη το 1951 είναι ίσως η πρώτη καταγεγραμμένη παράσταση στην ελλαδική πραγματικότητα που έχει ανεβεί από τους χαμένους της επίσημης ιστορίας, από αυτούς που αντιμετωπίστηκαν ως οι επικίνδυνοι «Άλλοι» από το καθεστώς και ο αγώνας τους καταδικάστηκε στη λήθη. Για πρώτη, ίσως, φορά οι Πέρσες από επετειακή επίδειξη υπεροχής ξαναγύρισαν στην τραγική τους καταγωγή.
Αφενός, o απόλυτος διαχωρισμός μεταξύ μύθου και ιστορίας είναι σύλληψη των πραγμάτων που ανάγεται στους νεότερους χρόνους, όχι στην αρχαία Ελλάδα. Αφετέρου, ο όρος ιστορική τραγωδία κινδυνεύει να δώσει την εντύπωση ότι πρόκειται για έργο το οποίο επιχειρεί να αφηγηθεί τα γεγονότα με την ακρίβεια, την αντικειμενικότητα και τη μεθοδολογία του ιστορικού ή έστω με τον τρόπο με τον οποίο ιστορικά έπη επιχειρούσαν «να εξακριβώσουν μια εποχή».
Οι «Πέρσες» του Αισχύλου δεν επιχειρούν σε καμία περίπτωση να κάνουν κάτι τέτοιο ούτε και ανταποκρίνεται στη φύση της τραγωδίας ένα παρόμοιο εγχείρημα.
Οι «Πέρσες» δε δεσμεύονται να καταγράψουν την ιστορική αλήθεια με κάθε ακρίβεια και λεπτομέρεια, όμως, δεν αλλοιώνουν (ούτε και θα ήταν δυνατό να το πράξουν) το γενικό περίγραμμα των γεγονότων και το πνεύμα της εποχής.
Ο Κωνσταντίνος Ντέλλας που υπογράφει την παράσταση, τοποθετεί σωστά τη σκηνή στα Σούσα, στην αυλή του Πέρση βασιλιά. Ο χορός γερόντων αγωνιά για την έκβαση της εκστρατείας του Ξέρξη στην Ελλάδα και η βασίλισσα Άτοσσα έχει δει κακό όνειρο: Ο γιος της προσπαθεί να ζέψει δυο γυναίκες, την Ασία και την Ελλάδα, στο άρμα του. Η Ασία δέχεται το χαλινάρι, η Ελλάδα αντιδρά, τον ρίχνει από το άρμα και τον ξεσκίζει σέρνοντάς τον. Και το όνειρο δεν αργεί να επαληθευτεί. Αγγελιοφόρος έρχεται και φέρνει τα κακά μαντάτα: πάει ο στόλος, πάει ο στρατός, πάνε οι αρχηγοί, πάνε οι οπλίτες όλοι κι ο βασιλιάς, κουρέλι.
Η τραγωδία στην πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση του Κωνσταντίνου Ντέλλα, λαμβάνει το θέμα της από τη σύγχρονη ιστορία (αυτός ο χαρακτηρισμός πρέπει να προτιμάται αντί του «ιστορική τραγωδία») παρέχει μία εκδοχή της ιστορικής αλήθειας, η οποία είναι επεξεργασμένη σύμφωνα με τους κανόνες του θεατρικού είδους και τις προσδοκίες του κοινού.

Είναι φανερό ότι κάποια στοιχεία, ίσως ιστορικά, υπέστησαν κάποιας μορφής λογοτεχνική επεξεργασία, «ηθική αναπροσαρμογή» ή «ποιητική σχηματοποίηση», προκειμένου να ευθυγραμμιστούν με την ευρύτερη συμβολική θεματική του έργου:
Π.χ. το μοτίβο του φωτός και του σκότους στη ρήση του Αγγέλου. Το φως ανήκει στους Έλληνες, το σκότος στους Πέρσες. Οι συμβολισμοί είναι εντελώς διαφανείς, όπως το νερό στη λεκάνη, ένας καλός αγωγός μεταφοράς της απόγνωσης των ζώντων στην ηρεμία των τεθνεώτων.
Όταν ένας αγγελιαφόρος αναγγέλλει τη φρικτή έκβαση της μάχης της Σαλαμίνας: «ο περσικός στρατός και οι επίλεκτοι αρχηγοί του έχουν συντριβεί», η βασίλισσα Άτοσσα και ο Χορός καλούν το φάντασμα του Δαρείου για να τους καθοδηγήσει. Ο ένδοξος βασιλιάς καταδικάζει την ύβρη του Ξέρξη, που θέλησε να δαμάσει φύση και θεία βούληση, και προβλέπει ακόμη περισσότερες καταστροφές.
Με την άφιξη του Ξέρξη κορυφώνεται η συντριβή. Η ζυγαριά γέρνει πλέον αποφασιστικά προς τον τρόμο του τέλους.
Το έργο διατρέχουν ατέλειωτοι κατάλογοι ονομάτων. Εκείνοι που πρώτα φώτιζαν το δρόμο για την ελπίδα, τη νίκη και την ομοψυχία, τώρα πέφτουν ένας-ένας, χάνονται στα σκοτάδια ενός τόπου ρημαγμένου, ενός λαού στο όριο της φρίκης, της λογικής και της υπακοής.
Η μετάφραση είναι του ποιητή, μεταφραστή και φιλολόγου Σίφνιου, Ιωάννη Γρυπάρη, ενώ τα βασικά στοιχεία της παράστασης: μετρική απόδοση, σκηνοθεσία, έρευνα, σκηνικός χώρος υπογράφονται από τον πολυσχιδή καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Ντέλλα .
Τους χαρακτήρες και τον Χορό ερμηνεύουν οι καλοί ηθοποιοί: Μιχάλης Αναγνώστου, Μανούσος Γεωργόπουλος, Πλάτωνας Γιώργος Περλέρος, Θάνος Τριανταφύλλου, Νίκος Ψυλάκης, ενώ συμμετέχουν Καβαλιώτες εθελοντές. Όλοι, εκπαιδευμένοι και προετοιμασμένοι στη λεπτομέρεια αποτελούν τους κύριους χαρακτήρες (και την ΄Άτοσσα), αλλά και τον εξαιρετικό Χορό!
Κρουστά: Νίκος Τουλιάτος.
Sound design: Στράτος Στεριανός. Φωνητικό training: Μαρία Ανδρικοπούλου
Το έργο αυτό το δίδαξε ο Αισχύλος οχτώ χρόνια μετά το γεγονός της ιστορικής ναυμαχίας στα νερά της Σαλαμίνας, από τις πιο σημαντικές μάχες στην ανθρώπινη ιστορία. Τον Σεπτέμβριο του 480 π.Χ. η ναυμαχία, το 472 π.Χ. η διδασκαλία. Τέσσερα χρόνια πριν είχε παιχτεί του Φρυνίχου η Μιλήτου άλωσις με το ίδιο θέμα και τεράστια συγκίνηση στο κοινό.

Η Αθήνα σήκωνε το βάρος μιας αντίστασης στους προαιώνιους εχθρούς των Ελλήνων, τους Πέρσες, οι οποίοι, διαπράττοντας μια σειρά ύβρεων, έφτασαν στα ελληνικά χώματα και νερά για να καταπατήσουν όσια και ιερά, όπως είχαν κάνει με όλους τους γειτονικούς λαούς που είχαν προσαρτήσει στην αυτοκρατορία τους. Αλλά τα νερά της Σαλαμίνας δεν έδεσαν με την φτέρνα τους, θα έλεγε ο Οδυσσέας Ελύτης. Γιατί το πολυποίκιλο μωσαϊκό του αλαζονικού στρατού τους δεν άντεξε τη δύναμη ενός μικρού λαού που πολεμούσε για να υπερασπίσει την πατρίδα του, τα ιερά των θεών, τους πατρογονικούς του τάφους, την οικογένειά του, την τιμή του.
Και ο μικρός έγινε μέγας και ο μέγας εχθρός καταρρακώθηκε.
Συντελεστές
Μετάφραση: Ιωάννης Γρυπάρης
Μετρική απόδοση κειμένου – σκηνοθεσία – έρευνα: Κωνσταντίνος Ντέλλας
Κρουστά: Νίκος Τουλιάτος
Sound design: Στράτος Στεριανός
Φωνητικό training: Μαρία Ανδρικοπούλου
Σκηνικός χώρος: Κωνσταντίνος Ντέλλας
Βοηθός σκηνοθέτη: Άρτεμις Λεπτοκαροπούλου
Διεύθυνση παραγωγής: Βίκυ Μπαρμπόκα
Διανομή (αλφαβητικά): Μιχάλης Αναγνώστου, Μανούσος Γεωργόπουλος, Πλάτωνας Γιώργος Περλέρος, Θάνος Τριανταφύλλου, Νίκος Ψυλάκης
Στην παράσταση συμμετέχουν εθελοντικά οι Καβαλιώτες ηθοποιοί: Ιορδάνης Καλαϊτζίδης, Αχιλλέας Καραθανάσης, Γιάννης Παπαδημητρίου, Σάββας Πεσκελίδης, Γιώργος Λελεκάκης
Η παραγωγή πραγματοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος 2025 του θεσμού του Υπουργείου Πολιτισμού «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός».
Οι παραστάσεις προσφέρονται δωρεάν από το Υπουργείο Πολιτισμού.
Καταβάλλεται μόνο το αντίτιμο εισόδου στο θέατρο Φιλίππων (10 €).
Η είσοδος είναι ελεύθερη για συγκεκριμένες κατηγορίες θεατών.
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ