ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Θα βγαίνει η Γαλήνη από τη σπηλιά της
ήμερη, φωτεινή και θα έρχεται στην παρέα μας,
γιατί η Γαλήνη, η πραγματική Γαλήνη,
μόνο εκεί κατοικεί
Μια γυναίκα μοναχική, μ’ ένα κινητικό πρόβλημα, εξομολογείται στη σκηνή. Μοιράζεται τα ακριβά της μυστικά, τη βαθιά ευαισθησία της, τη μοναξιά αλλά και την μοναδικότητα της. Την απελπισμένη ανάγκη της να καθρεφτιστεί μέσα στα μάτια ενός άλλου ανθρώπου από αγάπη.
«Ο κόσμος αδειάζει γιατί κανένας δεν ακούει και δεν διηγείται τις ιστορίες του, που σβήνουν και χάνονται και περνούν στη λησμονιά».
Ένα κείμενο του Θοδωρή Γκόνη πυκνό και μαζί αφαιρετικό, μια αλληγορία, περισσότερο ποίημα και λιγότερο πρόζα, με μια πικρή, σχεδόν άηχη, μελαγχολία να ενσταλάζεται σε κάθε αράδα του και να διαποτίζει τις ζωές και τις καταστάσεις. Ένα έργο για τη μοναξιά, την περιθωριοποίηση, την εξιδανίκευση, την αναμονή, τη λαχτάρα μιας άλλης ζωής καλύτερης, πιο πλούσιας, από την υπάρχουσα. Ένα κείμενο που εστιάζει στη συνεχή αίσθηση της αναμονής, αλλά μιλά και για τη γυναικεία ταυτότητα, για τη χειραγώγηση, για την ελευθερία, για την απελευθέρωση και τη νοηματοδότηση του εαυτού, ξανά και ξανά.

Μια μοναχική γυναίκα δέχεται επί δέκα χρόνια το καθημερινό τηλεφώνημα ενός άντρα που δε συνάντησε ποτέ και δε γνωρίζει ποιος είναι. Όποτε τον ρωτάει, εκείνος απαντάει «κάποια στιγμή θα μάθετε ποιος είμαι». Κυριολεξία ή υπεκφυγή;
Επινοούμε αυτά που λαχταράμε ή υπάρχει μόνο αυτό που ονομάζουμε αντικειμενική πραγματικότητα;
Η παράδοξη αυτή σχέση, βυθίζει τη γυναίκα στην προσμονή αλλά και στη μνήμη.
Από εκεί θα αναδυθούν μορφές και γεγονότα της ζωής και της πόλης της, η σκληρότητα, η αδιαφορία, αλλά και η ομορφιά ενός πολύ προσωπικού της ταξιδιού στη γυναικεία φύση και την ελευθερία τής σκέψης.
Μια γυναίκα περιμένει έναν άντρα να της μιλήσει, να της ομορφύνει τη ζωή, να τη «σώσει» από μια συμβατική, ευθεία, αδιάφορη πορεία, χωρίς αγάπη. Περιμένει, όπως περιμένουν οι ήρωες του Μπέκετ την άφιξη του Γκοντό. Περιμένει και είναι ένα με τη θάλασσα, σαν οπτασία. Περιμένει.
Όταν, όμως, ο άνδρας θα σταματήσει να τηλεφωνεί, ήδη η γυναίκα θα έχει φτιάξει λέξη τη λέξη το μονοπάτι αντίδρασης και εξόδου, που θα την οδηγήσει λυτρωτικά στον τόπο της δικής της Γαλήνης.

Επειδή πολλοί άνθρωποι πιστεύουν στις «άνωθεν» επεμβάσεις, επειδή ασπάζομαι την Ερμητική ρήση: «όπως ψηλά έτσι και χαμηλά», δεν έχω ξεκαθαρίσει πού τελειώνει η του Τρισμέγιστου Ερμή (Μέγας αρχαίος Αλχημιστής) «πραγματικότητα», και πού αρχίζει ο άλλος, ο αθέατος κόσμος. Εκείνο, όμως, που σφραγίζει την παράσταση της Μαρίας Ζορμπά, είναι η ενδοσκόπηση του εαυτού μας.
Η διαμόρφωση της προσωπικότητας ενός ατόμου συνδέεται άρρηκτα με τις εξωτερικές προσλαμβάνουσες του μικρόκοσμου από τον οποίο περιβάλλεται, τον τρόπο που εσωτερικεύει τα ερεθίσματα αυτά (κάτι που εξαρτάται από την συναισθηματική ιδιοσυγκρασία κάθε ατόμου) καθώς και με τη δυνατότητα να αναγνωρίζει, να ταξινομεί και να αξιολογεί τις όποιες παρατηρήσεις σε συσχέτιση με τον ίδιο τον εαυτό του.
«Χάρη σ’ αυτό το καθημερινό τηλεφώνημα, έχω ακόμα σήμερα τα λογικά μου.
Αυτό με κράτησε. Κι όταν αντέγραφα τα λόγια του στο όμορφο χαρτί, τον φανταζόμουν δίπλα μου, ένοιωθα την αναπνοή του στο αυτί μου». Ακούς και θαρρείς πως θ’ ακολουθήσει ένα σπαρακτικό κομμάτι από τη Σονάτα του Σεληνόφωτος του Ρίτσου: «άφησέ με να έρθω μαζί σου… Το ξέρω πως καθένας μοναχὸς πορεύεται στον έρωτα, μοναχὸς στη δόξα και στον θάνατο. Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί. Άφησέ με να’ ρθώ μαζί σου»
Μια γυναίκα απλή, περιχαρακωμένη, σιωπηλή, στην οποία δίνει υπόσταση η ασυναγώνιστη Μυρτώ Αλικάκη, φέρνει όλες τις ψυχικές διακυμάνσεις της ηρωίδας στο προσκήνιο, τη διαποτίζει με μια συνταρακτική αλήθεια, ώστε να είναι οντότητα αναγνωρίσιμη, καθημερινή και, συγχρόνως, αλαφροΐσκιωτη και ιδιοσυγκρασιακή: πραγματική γυναίκα και μαζί σύμβολο. Σύμβολο καταπίεσης, επιβεβλημένων ρόλων αλλά και αναζήτησης και ανατροπής. Κι όλα αυτά με μια ταπεινότητα συγκινητική, από την οποία η ηθοποιός, στιγμή δεν ξεφεύγει.

Το εύρημα της Μαρίας Ζορμπά να δημιουργήσει την πολλαπλή εικόνα της, χρησιμοποιώντας δύο νεαρές ηθοποιούς, δίνει καθολικότητα στην πρόσληψη της γυναικείας υπόστασης.
Η Αιμιλία Παπαχριστοφίλου και η Νικόλ Κοροντζή πλαισιώνουν τη μοναδική Μυρτώ Αλικάκη, δίνοντας δυο εκδοχές της ίδιας γυναίκας σε διάφορες χρονικές στιγμές της ζωής της. Ανατέλλοντα αστέρια της υποκριτικής τέχνης και οι δυο.
Η ταυτόχρονη ομιλία – σε στιγμές – και των τριών γυναικών σαν αρχαίος χορός, δίνει στο έργο χρονικές διαστάσεις. Το γυρίζει στο σκοτεινό παρελθόν και το φέρνει αναβαπτισμένο στο σήμερα, για να το οδηγήσει, τελικά, στο φως του αύριο.
Ένα ακόμη εντυπωσιακή σκηνοθετικό εύρημα είναι η σκηνή όπου η Αλικάκη και οι δυο κοπέλες ενώνονται σε σάρκα μία, κάτω από το ίδιο φόρεμα – «κουβέρτα» που την οδηγεί ονειρικά στο βυθό της αγαπημένης της θάλασσας. Το δε γυμνό και από τις τρεις κοπέλες, έχει την ομορφιά Αναγεννησιακού πίνακα.

Η τηλεφωνική συνομιλία κάποτε απότομα σταματά και μένει η αναπόληση. Όμως τίποτα τυχαίο δεν υπάρχει και όλα για κάποιο σκοπό γίνονται.
« Μα πώς δένονται έτσι οι άνθρωποι από κει που δεν το περιμένουν; Για μένα δύο χρόνια τώρα είναι σαν να έχει αδειάσει η θάλασσα». Αναρωτιέται μια γυναίκα που συνδέεται με τη θάλασσα με σχέση γενεσιουργό, είναι ένα είδος «γοργόνας» που ξέμεινε στη στεριά. Είναι κάτι σαν ξωτικό, σαν άφυλο πλάσμα που εκμυστηρεύεται στο κοινό κομμάτι – κομμάτι το μυστικό που το στοιχειώνει.
Η μουσική του Τηλέμαχου Μούσα δονείται ανάμεσα στο χάδι και στο αναζωογόνο ίαμα, ενώ στο τέλος γίνεται επική.
Οι φωτισμοί του Ευθύμη Χρήστου συνεργάζονται αρμονικά και μεγεθύνουν το συναίσθημα.
Αν ο γεννήτορας ενός έργου είναι ο συγγραφέας, τον ρόλο της θηλυκής Αρχής τον έχει δικαιωματικά η σκηνοθεσία της μεταφοράς του στο σανίδι.
Η καλή ηθοποιός Μαρία Ζορμπά στην πρώτη της σκηνοθεσία, στήνει μια παράσταση με εμφανή στοργικότητα, καθοδηγεί με συναίσθημα τις ηθοποιούς, ποτίζει με ψυχή το σύνολο της δουλειά της. Οπότε, σ’ αυτή την παράσταση έχουμε ένα ποιητικό κείμενο, μια συγκλονιστική ερμηνεία, δύο αισθαντικές παρουσίες νεαρών ηθοποιών με πολύ καλές προδιαγραφές και μια ευαίσθητη, προσεγμένη, εικαστική αισθητική, σκηνοθεσία.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία:
Σκηνοθεσία: Μαρία Ζορμπά
Εικαστικό περιβάλλον: Μάρια Μπαχά
Κοστούμια: Μαρία Ζορμπά
Μουσική: Τηλέμαχος Μούσας
Φωτισμοί: Ευθύμης Χρήστου
Επιμέλεια κίνησης: Μυρσίνη Πετρούτσου
Βοηθός σκηνοθέτη: Μυρτώ Παγκάλου
Φωτογραφία προώθησης: Νικόλας Κωστής
Ερμηνεία: Μυρτώ Αλικάκη
Μαζί της επί σκηνής: Αιμιλία Παπαχριστοφίλου, Νικόλ Κοροντζή
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ