ΚΡΙΤΙΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΥΛΟ ΛΕΜΟΝΤΖΗ
Πρόλογος
Πρόκειται για ένα πολύ γνωστό μυθιστόρημα που εκδόθηκε τον Μάιο του 1973 , γραμμένο από τον Περουβιανό Mario Vargas Llosa , βραβευμένο με Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2010 . Η πρώτη του κυκλοφορία διέθεσε πάνω από εκατό χιλιάδες αντίτυπα, γεγονός που αποτελεί τον μεγαλύτερο αριθμό όσων βιβλίων κυκλοφόρησαν στις πρώτες τους εκδόσεις.
Η ιστορία διαδραματίζεται στον Περουβιανό Αμαζόνιο, όπου τα μέλη του Περουβιανού Στρατού «εξυπηρετούνται» από μια υπηρεσία ιερόδουλων, τις οποίες αποκαλούν «επισκέπτες». Σύμφωνα με τον ίδιο τον συγγραφέα το έργο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, καθώς ο ίδιος μπόρεσε να τα επαληθεύσει το 1958 και το 1964 , όταν ταξίδεψε στη ζούγκλα του Περού.
Με αυτό το βιβλίο, ο Vargas Llosa κέρδισε το Βραβείο Λογοτεχνίας της Λατινικής Αμερικής.
Υπόθεση
Το μυθιστόρημα του νομπελίστα Mario Vargas Llosa, «Pantaleόny las visitadoras», αφηγείται την ιστορία του Pantaleon Pantoja , ενός αξιωματικό του περουβιανού στρατού. Σε αυτόν ανατίθεται η αποστολή της δημιουργίας μιας υπηρεσίας πορνείας για τις Περουβιανές Ένοπλες Δυνάμεις, με μεγάλη διακριτικότητα, αφού όλοι οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί είχαν ανεξέλεγκτη λίμπιντο, με ολέθριες συνέπειες ( βιασμοί γυναικών των γύρω χωριών, κλπ). Παρόλα αυτά, ο λοχαγός, πιστός εκτελεστής του καθήκοντος που του ανέθεσαν οι Περουβιανές Ένοπλες Δυνάμεις, μετακόμισε στο Iquitos του Αμαζονίου, με τη σύζυγό του Panchita και τη μητέρα του, την κυρία Leonor, για να μπορέσει να εκτελέσει τη νέα του δουλειά. Ήταν όμως τόσο «φιλότιμη» η προσπάθεια που κατέβαλε ο Pantaleon Pantoja, ώστε κατέληξε να θέσει σε κίνδυνο όλα τα συστήματα που ο ίδιος δημιούργησε.
Ο Mario Vargas Llosa σκόπιμα γράφει αυτό το μυθιστόρημα, για να υπογραμμίσει την υποκρισία των θεσμών που χαρακτηρίζονται «υποδειγματικοί», αλλά και τη κοινωνική διάσταση της λειτουργίας και του αρχαιότερου επαγγέλματος στον κόσμο. Κεντρική ιδέα, η αιώνια διαμάχη μεταξύ αλήθειας και ψέματος, μεταξύ αναγκαιότητας και αρετής.
Ανάγνωση
Μια στρατιωτική σάτιρα στην παράδοση των M*A*S*H και Catch-22, βασισμένη στο βιβλίο του 1973, του Περουβιανού μυθιστοριογράφου Mario Vargas Llosa . Οι στερημένοι στρατιώτες που σταθμεύουν σε απομακρυσμένους σταθμούς της ζούγκλας αποτελούν ένα συνεχές πρόβλημα για τον στρατό, ώσπου ο στρατηγός Κογιάσος κατέληξε σε μια ιδέα. Γιατί να μην καθιερωθεί ένα τακτοποιημένο, καλά εποπτευόμενο πρόγραμμα για την αποστολή ελευθερίων ηθών γυναικών, εκεί όπου οι υπηρεσίες τους χρειάζονται περισσότερο;
Οι ντόπιες γυναίκες που πέφτουν θύματα βιασμού θα είναι ασφαλείς, οι στρατιώτες ικανοποιημένοι και οι αξιωματικοί δε θα σπαταλούν χρόνο στην αστυνόμευση των σεξουαλικών παραβατών.
Το πρόγραμμα πρέπει να είναι άκρως απόρρητο, φυσικά, και να το διαχειρίζεται κάποιος με απόλυτη αξιοπιστία. Και εκεί έρχεται ο καπετάνιος Pantaleon Pantoja .
Πάντα πρώτος στην τάξη του, υπάκουος, τακτικός, ακριβής, ευτυχής με τον γάμο του, σκληρά εργαζόμενος και ούτε πίνει ούτε καπνίζει.
Κι έτσι, ο ευσυνείδητος Πανταλέων αναλαμβάνει μια μυστική αποστολή, τη φύση της οποίας μαθαίνει αργοπορημένα η σύζυγός του, Ποντσίτα.
Μάλιστα, έχουν ήδη μετακομίσει από τη Λίμα σε ένα απομονωμένο φυλάκιο. Εκεί πληροφορείται ότι έχει επιφορτιστεί με τη δημιουργία και τη λειτουργία μιας «Υπηρεσίας Επισκεπτών για Φρουρές, Συνοριακούς Σταθμούς και Συναφείς Συνοικίες».
Ο Πανταλέων δεν μπορεί να φορέσει τη στολή του, να εργαστεί έξω από τις γραφές της βάσης ή να εμφανιστεί σε επίσημες στρατιωτικές εκδηλώσεις. Αυτός και η Ποντσίτα δεν επιτρέπεται να ζήσουν στους στρατώνες των αξιωματικών. Όποτε φοράει ένα φλοράλ πουκάμισο για να ενταχτεί στην ντόπια κοινωνία ανενόχλητος.
Ο Πανταλέων αναλαμβάνει, λοιπόν, αυτή την «ταπεινωτική εργασία», με τη συνηθισμένη του αποτελεσματικότητα, ζητώντας τη βοήθεια της παροπλισμένης πια «ηγέτιδας » του οίκου ανοχής.
Στρατιωτικός λειτουργός στην ψυχή του, ο Πανταλέων, καταθέτει λεπτομερείς εβδομαδιαίες εκθέσεις με τους πιο θλιβερούς δυνατούς όρους. Η υπηρεσία πετυχαίνει πέρα από τα πιο τρελά όνειρα των ανωτέρων του, έργο αποτελεσματικό, διακριτικό και κερδοφόρο. Αλλά καθώς η υπηρεσία επεκτείνεται, τόσο αυξάνονται τα προβλήματα, ειδικά αφού ο Pantaleon προσλαμβάνει τη θρυλική τοπική πόρνη “l Βραζιλιάνα”, η οποία στρέφει το βλέμμα της στο «αφεντικό».
Το μεγαλύτερο μέρος της σκαμπρόζικης κωμωδίας έχει τις ρίζες της στον παραλογισμό της αντιπαράθεσης της στρατιωτικής γραφειοκρατίας και του αρχαιότερου επαγγέλματος στον κόσμο. Τα υπόλοιπα πηγάζουν από την αναπόφευκτη «σαβούρα» που καταδικάζει τόσο την Υπηρεσία Επισκεπτών όσο και τον Δύσμοιρο Πανταλέων.
Η παράσταση
Ο δαιμόνιος, ευφάνταστος, οξυδερκής Δαμιανός Κωνσταντινίδης, έπλασε καταρχάς ένα εξαιρετικό απολαυστικό κείμενο, έμπλεο αριστοφανικών ευφυέστατων παραμέτρων, αθυρόστομο μεν, καθόλου χυδαίο δε. Στη συνέχεια έχτισε μια σουρεαλιστική παράσταση φορτωμένη ευρήματα, μουσική, τραγούδι, παρωδία, υποκριτική δεινότητα, εξαιρετικά ταλέντα και στην ερμηνεία και στο τραγούδι.
Οι επτά χαρισματικοί ηθοποιοί ερμηνεύουν πάνω από ένα ρόλο ο καθένας, σύνολο 29, και, συχνά, περνούν από τον έναν στον άλλο αστραπιαία, αλλάζοντας αμφίεση και συμπεριφορά. Ταυτόχρονα, τραγουδούν έξοχα και κινούνται, ως Χορός αττικής κωμωδίας, άλλοτε ομοθυμαδόν κι άλλοτε ο καθένας μόνος του, ως κορυφαίος του Χορού. Άξιοι επαίνων όλοι, πιστοί ακόλουθοι των σκηνοθετικών οδηγιών και δεινοί ερμηνευτές σε ρόλους που απέχουν ο ένας από τον άλλο σε ύφος, στιλ, σημασία.
Εντυπωσιακές οι μεταμορφώσεις επί σκηνής και πιστώνεται στον σκηνοθέτη η λεπτή ακροβασία ανάμεσα στο μπουρλέσκο, στη σάτιρα, στην παρωδία και στη χοντροκομμένη φάρσα. Κατόπιν στον θίασο. Ιδίως τα αγόρια της παράστασης, πετυχαίνουν να μεταμορφωθούν από κυρίαρχα αρσενικά σε πεταλούδες – πόρνες, χωρίς να εκχυδαΐζουν τους χαρακτήρες που υποδύονται. Δεν είναι ούτε τρανς, ο οποίες διέπονται από μια εντελώς ξεχωριστή φιλοσοφία και κουλτούρα, ούτε καρικατούρες του παλιού ελληνικού σινεμά. Είναι υποκριτές, είναι ηθοποιοί που ερμηνεύουν δίχως να ταυτίζονται με θηλυπρεπείς περσόνες. Έτσι, χαρίζουν απλόχερα το γέλιο στο κοινό και, πράγματι, η ατμόσφαιρα σε όλη τη διάρκεια της παράστασης είναι ένα πάρτι διασκεδαστικότατο, πέρα από τις καίριες σατιρικές στοχοποιήσεις συμπεριφορών και καθεστώτων που ισχύουν και σήμερα και που δε γνωρίζουν έθνη και χρονολογίες.
Θα παραλληλίσω το σόλο μονόλογο – τραγούδι του κάθε χαρακτήρα με την Αρχαία Ελληνική Παράβαση, όπου οι υποκριτές απευθύνονταν στο κοινό, καταργούσαν τη θεατρική ψευδαίσθηση και του μιλούσαν παρεκβατικά για τα κακώς κείμενα της κοινωνίας, εκπορευόμενα από πολιτικούς και πολίτες.
Ο Θανάσης Διμηνάς επωμίζεται έξι ρόλους με απόλυτη επιτυχία. Χαμαιλέοντας στη σκηνή, εντυπωσιακή σκηνική παρουσία, υπέροχο μέταλλο φωνής, εξαιρετική άρθρωση.
Ο Εμμανουήλ Δραμηλαράκης κάνει ακριβώς το ίδιο και στους έξι ρόλους του. Επαινώ την ολόσωστη, ιδιαίτερη φωνή του στην πρόζα και στο τραγούδι, χειροκροτώ την ευχέρειά του να μην κάνει ποτέ λάθος ως Κινέζος, λέγοντα «λο» όπου «ρο» και, αληθώς, το κοινό τον λάτρεψε ως «αδερφή Τσιτσίτα».
Ο Αλέξης Κότσυφας αναλαμβάνει άλλους έξι ρόλους, διαφορετικός στον καθένα, δυνατός ερμηνευτής, άξιο στέλεχος του θιάσου.
Η Λέλα Μεντεκίδου φέρνεις εις πέρας τρείς ρόλους, εντυπωσιάζει ως «Μαντάμ Τσουτσέπε».
Ο Στέλιος Ράμμος είναι ο μοναδικό Πανταλέων Παντόχα, μια καλοκουρδισμένη μηχανή που αλωνίζει τη σκηνή αγόγγυστα, διαθέτει απίστευτη ενέργεια, αντοχή, και είναι ικανός να κάνει αρκετά push-ups μετά από έντονη γυμναστική.
Η Άννα Ρίζου στους πέντε ρόλους της δίνει ψυχή και σώμα, κερδίζει το στοίχημα ως Ποτσίτα. Χαριτωμένη, κομψή, καλλίφωνη, ιδανική επιλογή ως σύζυγος του Πανταλέων.
Τέλος, η Βάσια Τσιαούση ενδύεται επιτυχώς επτά ρόλους, αλλά ως καθεστωτικός στρατηγός Ρόχερ είναι άκρως απολαυστική.
Σ’ αυτό το λαμπερό, πολύχρωμο σουρεάλ πανήγυρι, βλέπουμε οι θεατές με ενδιαφέρον τον Pantaleοn να γίνεται σιγά – σιγά ένας δοξασμένος μαστροπός με στρατιωτική στολή. Η ευσυνείδητη συνείδησή του κατακλύζεται από τις αξίες μιας θρησκευτικής αίρεσης που δρα στη ζούγκλα, της οποίας ο προσηλυτισμός αυτόχθονων διαταράσσει την αποτελεσματικότητα της μυστικής αποστολής του. Με επικεφαλής τον αδελφό Φρανσίσκο, τα φανατικά μέλη της εσωτερικής Αδελφότητας Κιβωτίου, πραγματοποιούν παράξενες λατρείες. Τελικά, ο καπετάνιος αποφασίζει να πάρει μια γεύση από το δικό του προϊόν, ενώ τα νέα της επιχείρησής του διαρρέουν από ραδιοφωνικό φορέα. Οι αρχές του στρατού ισχυρίζονται γρήγορα ότι δεν γνωρίζουν τη μυστική επιχείρηση, λόγω της υποκριτικής δημόσιας κατακραυγής και ο πιστός λοχαγός υποβιβάζεται από τον στρατό, τιμωρείται και στέλνεται σε ένα απομακρυσμένο φυλάκιο στην Άνδεις.
Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Απόστολου Αποστολίδη συντελούν στην ευφρόσυνη ατμόσφαιρά και προσφέρουν ένδυση – κάλυψη στον θίασο, άφθονο γέλιο στο κοινό. Το ίδιο και οι χορογραφίες της Ιωάννας Μήτσικα και οι πολύχρωμοι φωτισμοί του Στράτου Κουτράκη.
Επίλογος
Η παράσταση «Las Visitadoras» μας τοποθετεί σε έναν κόσμο όχι πολύ μακριά από τον δικό μας. Θίγονται ζητήματα πίστης, διαφθοράς, στρατιωτικής αναξιοπιστίας, κρατικής συγκάλυψης και, παράλληλα τέρπει το κοινό και λειτουργεί ως καθρέφτης. Ό,τι στέλνει η σκηνή, το ανταποδίδει η πλατεία στο πολλαπλάσιο.
Συντελεστές
Σκηνοθεσία, θεατρικό κείμενο: Δαμιανός Κωνσταντινίδης
Βασισμένο σε μυθιστόρημα του νομπελίστα Μάριο Βάργκας Λιόσα
Σκηνικά, κοστούμια: Απόστολος Αποστολίδης
Μουσική: Γιώργος Χρυσικός
Χορογραφίες: Ιωάννα Μήτσικα
Φωτισμοί: Στράτος Κουτράκης
Κατασκευές: Κώστας Χατζηκαλλινικίδης
StageManager: Αντωνία Γεωργιάδου
Φωτογραφίες: Buba Soso Gabedava
Γραφιστικά: Elli Ketzi
Σχεδιασμός Παραγωγής & Επικοινωνίας: Στέλλα Τενεκετζή
Παίζουν:
Θάνος Διμηνάς
Εμμανουήλ Δραμηλαράκης
Αλέξης Κότσυφας
Λέλα Μεντεκίδου
Στέλιος Ράμμος
Άννα Ρίζου
Βάσια Τσιαούση
Παραγωγή Angelus Novus
με επιχορήγηση του Υπουργείου Πολιτισμού
Οργάνωση παραγωγής Electra Social Company
ΠΑΥΛΟΣ ΛΕΜΟΝΤΖΗΣ