Όπως είπε και ο Πρόεδρος της Ν.Δ., το συλλαλητήριο της Αθήνας δεν είχε κομματικό χρώμα και ως εκ τούτου κανείς δεν δικαιούται να το εκμεταλλευτεί μικροπολιτικά.
Είναι προφανές, όμως, ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που βρέθηκαν στο Σύνταγμα από κάθε γωνιά της χώρας, δεν εξέφρασαν μόνον την εθνική τους υπερηφάνεια, αλλά και τη διαμαρτυρία τους για τον τρόπο που διαπραγματεύεται η Κυβέρνηση. Διαδήλωσαν την έλλειψη εμπιστοσύνης τους σε μία Κυβέρνηση που, αντί να συνεργαστεί εξ αρχής με την Αντιπολίτευση για να συνδιαμορφώσει μια εθνική γραμμή, έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι της για να διχάσει τα κόμματα και τον Ελληνικό λαό πάνω σε ένα κρίσιμο εθνικό ζήτημα. Με απλά λόγια, η απροσδόκητη παρουσία των χιλιάδων Ελλήνων στο Σύνταγμα επιβεβαίωσε ότι οι πολίτες στη μεγάλη πλειοψηφία τους δεν εμπιστεύονται πλέον τον κ. Τσίπρα, τον κ. Καμμένο και τον κ. Κοτζιά να διαπραγματευτούν οτιδήποτε. Πόσο μάλλον ένα μείζον εθνικό θέμα.
Σε ό,τι αφορά την απέλπιδα προσπάθεια την Κυβέρνησης να μειώσει τη σημασία του συλλαλητηρίου ισχυριζόμενη ότι μετείχαν μόνο 140 χιλιάδες πολίτες, όλοι οι Έλληνες διαπίστωσαν από τις τηλεοράσεις τους πως αυτός ο ισχυρισμός δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα. Άλλωστε, δεν γέμισε ασφυκτικά μόνον η πλατεία Συντάγματος, αλλά και όλοι οι δρόμοι που οδηγούν στο Σύνταγμα, γεγονός που συμβαίνει για πρώτη φορά τα τελευταία πολλά χρόνια. Είναι δε σημαντικό ότι οι πολίτες αγνόησαν τις προβοκάτσιες των τελευταίων ημερών και διαδήλωσαν ειρηνικά και με αξιοπρέπεια τα πιστεύω τους, ενώ οι όποιες μειοψηφικές ακραίες φωνές απομονώθηκαν.
Αναφορικά με την πιθανότητα διεξαγωγής σχετικού δημοψηφίσματος, πρέπει να τονιστεί ότι η συζήτηση αυτή είναι εντελώς άκαιρη τη συγκεκριμένη στιγμή. Πολύ περισσότερο όταν δεν υπάρχει όχι μόνον συγκεκριμένη και ενιαία πρόταση από την Κυβέρνηση, αλλά οι δύο κυβερνητικοί εταίροι εξακολουθούν να εκφράζουν εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις για το εθνικό ζήτημα, γεγονός που από μόνο του αποδυναμώνει τη διαπραγματευτική θέση της χώρας. Προτιμότερο είναι να γίνει ένα «εσωτερικό δημοψήφισμα» στο υπουργικό συμβούλιο, μήπως και καταλάβουν επιτέλους οι πολίτες ποια είναι η πρόταση της Κυβέρνησης και τι ακριβώς διαπραγματεύεται. Και αυτό δεν το λέμε βέβαια τυχαία. Οι δηλώσεις του ΥΠΕΞ των Σκοπίων, Νίκολα Ντιμιτρόφ, ότι ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον αυτοπροσδιορισμό τους ως «Μακεδονικό Έθνος» δεν τίθενται υπό διαπραγμάτευση, αλλά και η θέση του κ. Νίμιτς ότι κάτι τέτοιο δεν έχει τεθεί από την ελληνική Κυβέρνηση, εγείρουν σειρά ερωτημάτων. Η Κυβέρνηση οφείλει άμεσα μία απάντηση σχετικά με το τι ακριβώς διαπραγματεύεται με τα Σκόπια και αν σε αυτά συμπεριλαμβάνονται το ζήτημα της αναθεώρησης του Συντάγματός τους για την απαλοιφή των αλυτρωτικών τους στοιχείων και τις αναφορές σε «Μακεδονικό Έθνος».
Δυστυχώς, οι σπασμωδικές αντιδράσεις της κυβέρνησης φανερώνουν τη νευρικότητα και την αμηχανία της απέναντι σε μία τεράστια σε όγκο συγκέντρωση. Είναι μάλιστα η πρώτη φορά που Κυβέρνηση επικαλέστηκε το κωμικοτραγικό επιχείρημα να αντιπαραβάλει τον αριθμό όσων πήγαν στο συλλαλητήριο με όσους Έλληνες το παρακολούθησαν από τους δέκτες τους. Γεγονός που από μόνο του δείχνει την αμηχανία του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Τσίπρας μόνος του έσπειρε ανέμους και σήμερα θερίζει θύελλες. Και αυτό συνέβη γιατί δεν προσπάθησε ποτέ, ως όφειλε, να δημιουργήσει συνθήκες εθνικής ενότητας, περιφρονώντας τα πατριωτικά αισθήματα των πολιτών.
Η αντίδραση όμως της Κυβέρνησης φανερώνει και κάτι ακόμη που αποκαλύπτει τον μικροπολιτικό και κοντόφθαλμο τρόπο με τον οποίον χειρίζεται το κρίσιμο εθνικό θέμα. Οποιοσδήποτε σώφρων πολιτικός βρισκόταν στη θέση των κ.κ. Τσίπρα και Κοτζιά δεν θα προσπαθούσε να απαξιώσει ένα τόσο μαζικό συλλαλητήριο, αλλά θα το χρησιμοποιούσε ως όπλο του για την υπό εξέλιξη διαπραγμάτευση. Θα υποστήριζε ότι η λύση η οποία θα προκύψει θα πρέπει να είναι τέτοια που να ικανοποιεί τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού ο οποίος, όπως καταδείχθηκε και από τη μαζική συμμετοχή των πολιτών και στα δύο συλλαλητήρια, αντιμετωπίζει το συγκεκριμένο ζήτημα με ιδιαίτερη ευαισθησία.
Για την παρέμβαση του Μίκη Θεοδωράκη
Σχετικά με τις παρεμβάσεις του Μίκη Θεοδωράκη, αυτές έχουν για προφανείς λόγους πάντα βαρύνουσα σημασία. Και είναι επίσης βέβαιο ότι με την ομιλία του -ασχέτως του αν συμφωνεί κανείς με όλες τις αποστροφές του και σε ποιο βαθμό- συγκίνησε τους πολίτες που συμμετείχαν στο συλλαλητήριο. Από εκεί και πέρα, όσα ακούγονται ή ψιθυρίζονται από το κυβερνητικό στρατόπεδο σε σχέση με τον μεγάλο μας μουσικοσυνθέτη, επιβεβαιώνουν πως η στάση της Κυβέρνησης δεν καθορίζεται από σταθερές αρχές, αλλά υπαγορεύεται κάθε φορά από μικροκομματικές σκοπιμότητες. Θα είχε ενδιαφέρον πάντως οι -κατά τα άλλα- λαλίστατοι υπουργοί και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να σχολιάσουν ειδικά την εξής αποστροφή από τον λόγο του μουσικοσυνθέτη: «μάχομαι συνάμα τον φασισμό σε όλες τις μορφές και προπαντός στην πιο επικίνδυνη μορφή του, την αριστερόστροφη». Από ό,τι φαίνεται, ο Μίκης Θεοδωράκης χαίρει της εκτίμησης του κ. Τσίπρα και των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ όταν οι παρεμβάσεις του εξυπηρετούν το κυβερνητικό αφήγημα, αλλά υποτιμώνται μέχρις απαξιώσεως, όταν στέκεται απέναντι τους. Και αυτό από μόνον δείχνει το ποιόν των ανθρώπων που μας κυβερνούν, και συνιστά ντροπή έναντι ενός ανθρώπου που έχει γνωρίσει εν ζωή την παγκόσμια καταξίωση, όχι μόνον για το έργο του, αλλά και για την πολιτική του δράση.
Πως είδαν τα διεθνή ΜΜΕ το συλλαλητήριο
Καθώς ήταν η πρώτη φορά που επί ΣΥΡΙΖΑ εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες αποδοκίμασαν τους χειρισμούς της κυβέρνησης, ήταν αναμενόμενο να υπάρξει και εκτενής κάλυψή του συλλαλητηρίου από τα Διεθνή Μέσα Ενημέρωσης. Έχει δε αυτονόητο ενδιαφέρον ότι πολλά ΜΜΕ στο εξωτερικό ανέδειξαν το γεγονός ότι οι πολίτες διαδηλώνουν πλέον κατά της κυβέρνησης, καθώς μέχρι τώρα ήταν γενικευμένη στο εξωτερικό η αίσθηση ότι “ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ περνούν τα μέτρα των μνημονίων άνευ αντιδράσεων”.