του Γιώργου Δημητρακάκη
Η πολιτεία εξακολουθεί να ακολουθεί μια πολιτική δύο ταχυτήτων ως προς τις αποδοχές των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα και τις παροχές σε μη παραγωγικούς κλάδους. Πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η απόφαση για αύξηση των αποδοχών στους στρατιωτικούς, με το επιχείρημα ότι οι στρατιωτικές σχολές δεν προσελκύουν πλέον επαρκή αριθμό υποψηφίων. Η αύξηση αυτή μάλιστα παρουσιάζεται ως αποτέλεσμα «εξοικονομήσεων» του υπουργείου, λες και πρόκειται για ξεχωριστό ταμείο και όχι για χρήματα που προέρχονται από τη φορολογική αφαίμαξη των πολιτών.
Η αλήθεια είναι ότι οι νέοι δεν αποφεύγουν τις στρατιωτικές σχολές μόνο λόγω των απαιτήσεων των σπουδών, αλλά και επειδή η επαγγελματική τους πορεία εντός του στρατεύματος συνοδεύεται από σημαντικές δυσκολίες. Αντί η πολιτεία να επιδιώξει την προσέλκυση με όρους αξιοκρατίας, με βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και μεριμνώντας για ζητήματα στέγασης, καταφεύγει για άλλη μια φορά στη «λύση» των αυξήσεων.
Την ίδια στιγμή, ένας νεοδιόριστος εκπαιδευτικός ή κυρίως ένας αναπληρωτής που κάθε χρόνο αλλάζει τόπο εργασίας, καλείται να επιβιώσει με 900 ευρώ τον μήνα, συχνά σε τουριστικές περιοχές όπου το κόστος ζωής είναι απαγορευτικό και η εύρεση κατοικίας απαγορευτική.
Ποιος έχει δυσμενέστερες συνθήκες διαβίωσης;
Επιπλέον, στον 21ο αιώνα οι συγκρούσεις δεν θα κριθούν με το «αέρα» και την κατάληψη υψωμάτων, αλλά μπροστά σε οθόνες υπολογιστών. Η πραγματική επένδυση στην άμυνα της χώρας είναι η εκπαίδευση, η τεχνογνωσία και η διπλωματία· τομείς όπου οι εκπαιδευτικοί έχουν καθοριστικό ρόλο.
Κι όμως, την ώρα που οι βασικοί παραγωγικοί τομείς παραμένουν με χαμηλές και ευκαταφρόνητες αποδοχές, αποφασίζεται να δοθεί «επίδομα ανθυγιεινής εργασίας» ύψους 4.000 ευρώ σε υπαλλήλους της Βουλής. Ένα ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στις μισές ετήσιες συντάξιμες αποδοχές ενός μέσου συνταξιούχου, ο οποίος περίμενε δικαιολογημένα ένα καλύτερο μέλλον μετά από 35 χρόνια δουλειάς.
Όλα αυτά συνδέονται με τη βαθύτερη παθογένεια: η πολιτική τάξη συνεχίζει να μοιράζει επιδόματα και προνόμια για να αναχαιτίσει τη δημοσκοπική της κατρακύλα, αντί να επενδύσει στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας με ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης. Η συνέπεια είναι γνωστή: φυγή νέων στο εξωτερικό, υπογεννητικότητα — οι γεννήσεις φτάνουν μόλις στο 55,5% των θανάτων σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, δισταγμός στη δημιουργία οικογένειας και αυξημένα ποσοστά διαζυγίων που αγγίζουν το ένα τρίτο των γάμων.
Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να λειτουργούμε με γνώμονα το «βολέψαμε τα δικά μας παιδιά». Η τακτική αυτή οδήγησε στη χρεοκοπία της δεκαετίας του 2010 και σήμερα το τίμημα το πληρώνουν οι νέοι, οι συνταξιούχοι και οι ευσυνείδητοι πολίτες.
Ήρθε η ώρα η πολιτεία να συνέλθει και να επαναπροσδιορίσει τις προτεραιότητές της!
Δημητρακάκης Γεώργιος
Πρώην δντής γυμνασίου –λυκείου
Αντιφίλιπποι Καβάλας